Στην Αγία Γραφή αναφέρεται ένα πρόσωπο με αυτό το όνομα που αφορά τον ιερέα και βασιλέα της Σαλήμ (που ταυτίζεται με την πόλη, που αργότερα έγινε γνωστή ως Ιερουσαλήμ). Όταν ο Άβραμ (Αβραάμ) νίκησε το βασιλιά του αρχαίου Ελάμ, Χοδολλογομόρ και τους άλλους συμμάχους του στην κοιλάδα Σιδδίμ, ο Μελχισεδέκ έφερε στον πατριάρχη του Ισραήλ Αβραάμ «άρτο και οίνο» και τον ευλόγησε στο όνομα "του Θεού του Υψίστου". Ο Αβραάμ του έδωσε «το ένα δέκατο» από όλα τα λάφυρα των εχθρών του. (Γένεση 14:18-20).
Σημείωση: Aν και κατά τον 2ο αιώνα μ.Χ. εμφανίσθηκε πλήθος αιρετικών καλούμενοι «Μελχισεδεκίτες» που πρέσβευαν τον Μελχισεδέκ της Βίβλου ως "μεγάλη δύναμη" που υπερείχε ακόμη και του Ιησού, εκτός της Αγίας Γραφής δεν υπάρχει καμία άλλη ιστορική πηγή που να αναφέρεται στο όνομα αυτό.
Μας λέγει η Γένεσις στο 14ο κεφάλαιό της ότι καθώς γύριζε ο Άβραμ (ακόμη δεν είχε ονομαστεί Αβραάμ) νικητής, από ένα πόλεμο, που έκανε εναντίον ενός ισχυρού βασιλιά της Ανατολής, του Χοδολλογομόρ, για να ελευθερώσει τον ανεψιό του Λωτ, βγήκαν να τον προϋπαντήσουν οι ηττημένοι από τον Χοδολλογομόρ βασιλείς, που κατέβηκαν από τα βουνά, και άλλοι εντόπιοι βασιλείς που δεν είχαν λάβει μέρος στον πόλεμο.
Ανάμεσα σ’ αυτούς ήταν και ο Μελχισεδέκ, ο βασιλιάς της Σαλήμ, που αργότερα θα ονομαστεί Ιερουσαλήμ.
Αυτός ο Μελχισεδέκ ήταν «ιερεύς του Θεού του υψίστου» δηλαδή του αληθινού Θεού. Αυτός έβγαλε «άρτους και οίνον» και φίλεψε τον Άβραμ. Αυτό το φίλεμα είναι προτύπωση του μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας. Διαφορετικά, αν δεν υπήρχε η ανάγκη της προτυπώσεως, ήταν πολύ υποτιμητικό για ένα βασιλιά να φιλεύει κάποιον μόνο με κρασί και ψωμί. Αλλά η φιλοξενία αυτή είχε το εξής μυστικό νόημα.
Ο Μελχισεδέκ, που είναι ο τύπος του Χριστού, προσφέρει στον Άβραμ, τον αρχαίο πνευματικό γενάρχη των χριστιανών, τον τύπο του μυστηρίου του σώματος και του αίματος του Χριστού. Αυτή η φιλοξενία είναι μια προφητεία του θείου μυστηρίου. Όπως και το πρόσωπο του Μελχισεδέκ είναι μια προφητεία για το πρόσωπο του Χριστού. Αυτό θα πει τύπος. Μια προφητεία που δεν γίνεται με λόγια αλλά με ένα πρόσωπο ή ένα γεγονός.
Ο Μελχισεδέκ τον ευλόγησε κι όλας και του είπε· «Ο Άβραμ είναι ευλογημένος από τον Θεό τον ύψιστο, που έκτισε τον ουρανό και τη γη. Κι ο Θεός ο ύψιστος είναι ευλογητός, άξιος να δοξολογείται, γιατί σου παρέδωσε τους εχθρούς σου στα χέρια σου, Άβραμ. Ήταν αδύνατο ανθρωπίνως να νικήσει ο Άβραμ τον ισχυρό Χοδολλογομόρ που είχε νικήσει συμμαχίες βασιλέων και τον τρέμανε όλοι στην Ανατολή.
Κι ο Άβραμ έδωσε το ένα δέκατο από τα λάφυρά του στον Μελχισεδέκ.
Ο βασιλιάς Μελχισεδέκ αναφέρεται στο κεφάλαιο αυτό της Γενέσεως ξαφνικά όπως παρατηρεί ο απόστολος Παύλος σαν «απάτωρ, αμήτωρ, αγενεαλόγητος, μήτε αρχήν ημερών μήτε ζωής τέλος έχων, αφωμοιωμένος δε τω Υιώ του Θεού, μένει ιερεύς στο διηνεκές (Εβρ. 7,3). Είναι τύπος του Χριστού, που είναι αμήτωρ σαν Θεός, απάτωρ σαν άνθρωπος, άναρχος και αθάνατος, ιερεύς αιώνιος. Βέβαια ο Μελχισεδέκ είχε γονείς και πέθανε κάποτε, αλλ’ ο τρόπος που αναφέρεται στη Γραφή μια φορά μόνο, χωρίς πρόλογο, και δεν ξαναμνημονεύεται, τον κάνει τύπο του Ιησού Χριστού. Μελχισεδέκ· Μελχί είναι ο βασιλεύς και σεδέκ η δικαιοσύνη.
Ο Παύλος τον αποκαλεί «βασιλεύς δικαιοσύνης και βασιλεύς Σαλήμ (η μετέπειτα Ιερουσαλήμ), ό έστι βασιλεύς ειρήνης» (Εβρ. 7,2). Σαλήμ σημαίνει ειρήνη. Συνεπώς ο Μελχισεδέκ είναι βασιλιάς δίκαιος (δίνει την δικαίωση) και ειρηνικός και τέλειος να ιερατεύει.
Για τον βασιλιά Μελχισεδέκ μας μιλά αναλυτικά το 7ο κεφάλαιο της προς Εβραίους επιστολής του αποστόλου Παύλου. Ας δούμε τους υπόλοιπους (7, 4-25) στίχους.
Αναλογισθείτε πόσο μεγάλος ήταν αυτός, ο Μελχισεδέκ, αφού και ο Αβραάμ ο πατριάρχης του έδωσε το ένα δέκατο από τα εκλεκτότερα λάφυρα.
Και κείνοι μεν από τους απογόνους του Λευΐ, που λαμβάνουν την ιερωσύνη, διατάσσονται από το νόμο να λαμβάνουν το ένα δέκατο των εισοδημάτων από το λαό, δηλαδή από τους αδελφούς τους, καίτοι προήλθαν από την οσφύ (τη μέση) του Αβραάμ. Αυτός όμως, ο Μελχισεδέκ, ο οποίος ως προς την καταγωγή δεν είναι λευίτης, έλαβε το ένα δέκατο από τον Αβραάμ και ευλόγησε αυτόν που είχε τις θείες υποσχέσεις. Χωρίς δε καμμία αντίρρηση το κατώτερο ευλογείται από το ανώτερο. (Άρα ο Μελχισεδέκ, που ευλόγησε, είναι ανώτερος από τον Αβραάμ που ευλογήθηκε).
Επίσης στη μια περίπτωση λαμβάνουν δεκάτες άνθρωποι θνητοί, ενώ στην άλλη περίπτωση έλαβε δεκάτη ένας, για τον οποίο δίνεται η μαρτυρία ότι ζει, (αφού σκοπίμως η Γραφή, αναφέρει μόνο τη ζωή του και όχι το θάνατό του).
Θα μπορούσε δε να πει κάποιος ότι, αφού ο Αβραάμ έδωσε δεκάτη στον Μελχισεδέκ, και ο Λευΐ, που κανονικά λαμβάνει δεκάτη από τους ομοεθνείς του, έδωσε κι αυτός δεκάτη στον Μελχισεδέκ, αφού προήλθε από τον Αβραάμ. (Άρα και οι λευίτες είναι κατώτεροι από τον Μελχισεδέκ).
Εάν δε η δικαίωση ήταν δυνατή με την λευϊτική ιερωσύνη, που δόθηκε στον ισραηλιτικό λαό με νόμο, ποιά ανάγκη υπήρχε να εμφανισθεί άλλου είδους ιερεύς κατά τον τύπο του Μελχισεδέκ, και να μη είναι κατά τον τύπο του Ααρών.
Αφού δε παύει να ισχύει η λευϊτική ιερωσύνη, κατ’ ανάγκη παύει να ισχύει και ο σχετικός νόμος (που όριζε ότι οι ιερείς πρέπει να είναι από τη φυλή Λευΐ). Γι’ αυτό και ο Χριστός, χάριν του οποίου αναφέρουμε όλα αυτά, σαρκώθηκε από άλλη φυλή, από την οποία κανένας δεν υπηρέτησε στο θυσιαστήριο. Διότι είναι γνωστό σε όλους ότι ο Κύριος μας προήλθε από την φυλή Ιούδα, για την οποία ο Μωυσής δεν έκανε καμμία αναφορά μιλώντας για την ιερωσύνη των Ιουδαίων.
Γίνεται έτσι τώρα φανερό, ότι εμφανίζεται ένας άλλος ιερεύς κατά τον τύπο του Μελχισεδέκ. Ο οποίος δεν έγινε γι’ αυτή τη φυσική ζωή, που τελειώνει με τον θάνατο, αλλά για την αιώνιο ζωή και υπάρχει συνεχώς. Γι’ αυτό λέγει ο Δαυίδ στον 109ο ψαλμό «συ ιερεύς εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ». Συνεπώς καταργείται η λευϊτική ιερωσύνη ως ανίσχυρή και ανωφελής. Διότι καμμιά δικαίωση δεν προσέφερε ο νόμος. Τώρα όμως ο Θεός μας δίνει πιο ανώτερη ελπίδα, με την οποία ερχόμαστε κοντά στον Θεό (την ιερωσύνη κατά την τάξη Μελχισεδέκ).
Η ιερωσύνη κατά την τάξη Μελχισεδέκ δόθηκε με όρκο του Θεού.Οι Λευίτες γίνανε ιερείς σύμφωνα με την εντολή του Μωυσέως, χωρίς να υπάρχει όρκος του Θεού. Ο Χριστός όμως έγινε ιερεύς κατά την θέληση του Θεού Πατέρα, ο οποίος είπε προς αυτόν· «Ώμοσε Κύριος και ου μεταμεληθήσεται· συ ιερεύς εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ». Γι’ αυτό ο Ιησούς έγινε εγγυητής ανώτερης διαθήκης.
Επίσης οι λευίτες ήταν πολλοί, διότι ο θάνατος εμπόδιζε να μένει κανείς αιώνια στο αξίωμα, ενώ αυτός (ο Χριστός), επειδή ζει πάντοτε, έχει ιερωσύνη συνεχή. Γι’ αυτό και μπορεί να σώζει πάντοτε όσους δι’ αυτού προσέρχονται στο Θεό, αφού πάντοτε ζει για να μεσιτεύει γι’ αυτούς.
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ
http://www.agioritikovima.gr
Εισαγωγή.
Η Γένεση, το πρώτο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης, είναι ένα βιβλίο που περιέχει πολλά μυστήρια και έχει προκαλέσει πλήθος ερωτηματικών στους Θεολόγους και τους ερευνητές. Ένα από αυτά είναι η αμφιλεγόμενη, μυστηριώδης προσωπικότητα του Μελχισεδέκ, του ιερέα – βασιλιά που συνάντησε τον ‘Αβραμ και του πρόσφερε την ευλογία του.
Στο άρθρο αυτό, θα παρουσιάσω όλες τις πιθανές απόψεις για την αινιγματική αυτή προσωπικότητα και τα ερμηνευτικά λάθη που, κατά τη γνώμη μου, έχουν γίνει κατά καιρούς.
Η ιστορία.
Το κεφάλαιο ιδ’ της Γένεσης ξεκινά με τον πόλεμο των Τεσσάρων Βασιλέων κατά των Σοδόμων και των άλλων πόλεων της πεδιάδας του Ιορδάνη, οι οποίες διοικούνται από Πέντε Βασιλείς. Από τη μεριά των επιτιθέμενων αρχηγός ήταν ο Χοδολλογομόρ του Ελάμ (Μεσοποταμίας), μαζί με τον Αμραφήλ του Σινάρ, τον Αρίωχ του Ελιαζάρ και τον Τιδάλ του Γκοϊμ. Οι Πέντε Βασιλείς της κοιλάδας του Ιορδάνη ήταν ο Βερά των Σοδόμων, ο Μπιρσά των Γομόρρων, ο Σινάμπ του Ατμάν, ο Σεμεβέρ του Ζεβωϊμ και ο Βασιλιάς του Μπελά.
Ο λόγος του πολέμου ήταν η επανάσταση ενάντια στη δωδεκαετή υποδούλωση στο Χοδολλογομόρ αφενός αλλά και στην ίδια την εξουσία της Μεσοποταμίας (Ελάμ), η οποία ήταν τόσο ισχυρή, που ακόμα και οι ίδιοι οι Εμίμ, οι οποίοι στο Δευτερονόμιο περιγράφονται ως πολυάριθμοι Γίγαντες σαν τους υιούς του Ανάκ (Δευτερ. 2,12), δεν μπορούν να την αντιμετωπίσουν.
Η μάχη, λοιπόν, λήγει με την επικράτηση του Ελάμ και των συμμάχων του, που αιχμαλωτίζουν το Λωτ και την οικογένειά του. Ο ‘Αβραμ, θείος του Λωτ, στρατολογεί 318 άντρες, επιτίθεται στους Πέντε Βασιλείς και σώζει τον ανηψιό του. Παρακάτω, αναφέρεται το επίμαχο απόσπασμα.
«Εξήλθε δε Βασιλεύς Σοδόμων εις συνάντησιν αυτώ, μετά το υποστρέψαι αυτόν από της κοπής του Χοδολλογομόρ και των βασιλέων των μετ’ αυτού, εις τηςν κοιλάδα του Σαβύ (τούτο ην το πεδίον των βασιλέων). Και Μελχισεδέκ, Βασιλεύς Σαλήμ εξήνεγκεν άρτους και οίνον. Ην δε ιερεύς του Θεού του υψίστου. Και ηυλόγησε τον ‘Αβραμ και είπεν. Ευλογητός ο Θεός ο Ύψιστος, ος παρέδωκε τους εχθρούς σου υποχειρίους σοι. Και έδωκεν αυτώ ‘Αβραμ δεκάτην από πάντων».
Έπειτα ο Βασιλιάς των Σοδόμων προτείνει στον ‘Αβραμ να κρατήσει τα λάφυρα που κέρδισε αλλά εκείνος αρνείται.
Από φιλολογικής πλευράς, το απόσπασμα που αναφέρεται στο Μελχισεδέκ φαίνεται να είναι εμβόλιμο. Η διήγηση ξεκινά με το Βασιλιά των Σοδόμων να πηγαίνει να συναντήσει τον ‘Αβραμ, όμως η διήγηση διακόπτεται για να αναφερθεί στο Μελχισεδέκ και έπειτα συνεχίζει ξανά με την προσφορά των λαφύρων στον ‘Αβραμ. Προφανώς, το απόσπασμα προστέθηκε αργότερα στο παλιότερο κείμενο, χωρίς να γνωρίζουμε όμως από ποιόν και με ποιο σκοπό.
Ο Μελχισεδέκ, από την άλλη, παρουσιάζεται έχοντας τον τίτλο του «Βασιλιά της Σαλήμ» και από την άλλη ως «ιερέας του Θεού του Υψίστου» (El Elim). Η Σαλήμ, σύμφωνα με τον ψαλμό 76 φαίνεται να είναι ο σύντομος τύπος της Ιερουσαλήμ, όμως, όπως θα δούμε και παρακάτω, η πρόταση μπορεί να ερμηνευθεί και διαφορετικά.
Είναι λοιπόν και ιερέας του «Θεού του υψίστου», του Θεού που δημιούργησε τον ουρανό και τη γη, του ίδιου Θεού που ασπάζεται και ο ‘Αβραμ. Σε αυτό το σημείο υπάρχουν δύο ενστάσεις – απορίες.
1. Ο Μελχισεδέκ πιστεύει στον ίδιο θεό με τον ‘Αβραμ, άρα η αποκάλυψη του Γιαχβέ δεν έγινε μόνο στον Πατριάρχη όπως διατείνεται η Βίβλος αλλά πιθανώς και σε άλλα έθνη.
2. Ο Μελχισεδέκ είναι ιερέας του Γιαχβέ σε ένα έθνος το οποίο σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη ήταν ειδωλολατρικό, πιστεύοντας σε πολλούς και όχι σε ένα θεό. Και μάλιστα είναι ιερέας πολύ πριν εμφανιστεί το ιερατικό σύστημα στους εβραίους (δηλαδή οι Λευϊτες).
Πάνω στο τελευταίο σχόλιο θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί πως ήταν ιερέας εφόσον ασκούσε τη λατρεία του Θεού, όμως δεν θα ήταν σωστό. Ο ‘Αβραμ που επίσης ασκούσε λατρεία του θεού του, ποτέ δεν αποκαλείται «ιερέας» στη Γένεση.
Η ευλογία του Μελχισεδέκ στον ‘Αβραμ είναι ένα άλλο πολύ σημαντικό στοιχείο. Εκείνος που ευλογεί είναι πάντα ανώτερος από εκείνον που δέχεται την ευλογία. Έτσι ο ‘Αβραμ, ο διαλεχτός του Θεού, ευλογείται από τον ανώτερό του Μελχισεδέκ και επειδή είναι ανώτερός του, του προσφέρει τη δεκάτη.
Ο Μελχισεδέκ είναι και θρησκευτικός και πολιτικός αρχηγός, κατέχει δηλαδή έναν υπέρτατο βαθμό εξουσίας, φαινόμενο που συναντάμε πολύ αργότερα στη Βίβλο και σε ελάχιστες περιπτώσεις, με μόνους το Μωϋσή και το Δαβίδ να του μοιάζουν, αλλά υπό πολύ συγκεκριμένες συνθήκες.
Ο Μελχισεδέκ δεν αναφέρεται ξανά στη Γένεση, παρά αρκετούς αιώνες αργότερα ο Δαβίδ στους Ψαλμούς κάνει μια αινιγματική αναφορά στο μυστηριώδη ιερέα- βασιλιά; «Συ ιερεύς εις τον αιώνα, κατά την τάξιν Μελχισεδέκ». Η σιωπή γύρω από το άτομό του διαρκεί ακόμα περισσότερο και είναι ο Παύλος που μεγαλώνει το μυστήριο, όταν αναφέρεται στο Μελχισεδέκ ξανά, με τις παρακάτω φράσεις:
«(…)πρώτον μεν ερμηνευόμενον βασιλεύς δικαιοσύνης έπειτα δε και βασιλεύς Σαλήμ, ο εστί βασιλεύς ειρήνης, απάτωρ, αμήτωρ, αγενεαλόγητος, μήτε αρχήν ημερών έχων μήτε ζωής τέλος έχων, αφομοιωμένος δε τω υιώ του Θεού, μένει ιερεύς εις το διηνεκές» (Προς Εβραίους ζ’ 2-3)
Με τα δύο αυτά αποσπάσματα, το μυστήριο κορυφώνεται. Ο Δαβίδ μιλάει για κάποια «τάξη», της οποίας αρχηγός είναι ο Μελχισεδέκ, ο δε Παύλος μας δίνει πολλά και ενδιαφέροντα στοιχεία. Πρώτον, μας αναφέρει ότι ο «Βασιλεύς Σαλήμ» είναι ο Βασιλιάς της Ειρήνης και της Δικαιοσύνης. Επισημαίνει, δεύτερον, ότι στη Γένεση δεν αναφέρονται οι γονείς και η γενιά του, δεν έχει αρχή και τέλος και επειδή είναι «αφομοιωμένος» στον υιό του Θεού μένει ιερέας στην αιωνιότητα.
Το απόσπασμα της προς Εβραίους Επιστολής έχει δεχτεί πολλές και διαφορετικές ερμηνείες. Ας τις δούμε αναλυτικά.
Ο Μελχισεδέκ ως προτύπωση του Χριστού.
Οι οπαδοί αυτής της θεωρίας δέχονται πως ο Μελχισεδέκ ήταν ένα υπαρκτό πρόσωπο, ο οποίος εμφανίζεται ως «τύπος του Χριστού» και τίποτε άλλο. Πιστεύουν πως η Γένεση επίτηδες αποσιωπά την καταγωγή του – σε αντίθεση με ότι κάνει για τα πολύ σπουδαία πρόσωπα, για τα οποία αναφέρει τη γέννηση και το θάνατό τους. Εξάλλου, αν ο Χριστός ήταν στην πραγματικότητα ο Μελχισεδέκ, η φράση «συ ιερεύς εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ» δεν θα είχε κανένα νόημα, αφού τα δύο πρόσωπα θα ήταν ένα και το αυτό.
Σχολιάζοντας τον ψαλμό 110, θεωρούν ότι αυτός ήταν ένας ψαλμός προορισμένος για τη στέψη των βασιλέων και πως δεν περιέχει κανένα μυστικό ή διφορούμενο νόημα. Σχετικά με την προς Εβραίους Επιστολή, διατείνονται πως σκοπός της ήταν να αποδειχτεί πως η αρχιεροσύνη του Χριστού ήταν ανώτερη από εκείνη του Ααρών και των Λευϊτών και πως ο Παύλος, γνώστης της ιουδαϊκής παράδοσης, γνωρίζει καλά πως « η σιωπή της Βίβλου» γύρω από τέτοια ζητήματα, δίνει το ραββινικό δικαίωμα να ερμηνεύεται με τον τρόπο που επιθυμεί εκείνος που τη σχολιάζει.
Ο Μελχισεδέκ είναι ο Χριστός.
Οι οπαδοί αυτής της θεωρίας υποστηρίζουν πως ο Μελχισεδέκ δεν ήταν «τύπος του Χριστού» αλλά ο ίδιος ο Λόγος του Θεού που εμφανίστηκε στον ‘Αβραμ, αιώνες πριν την κάθοδό του στη Γη ως Χριστός. Θεωρώ πως η άποψη αυτή, στο βαθμό που μπορούμε να γνωρίζουμε, είναι και η πλέον πιθανή, για αυτό και θα σταθούμε εδώ περισσότερο. Ας πάρουμε τα πράγματα, λοιπόν, από την αρχή.
Οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Ενώ ο ‘Αβραμ έχει τακτική επικοινωνία με το Θεό, στα τελευταία εδάφια μέχρι τη νίκη του κατά των Τεσσάρων Βασιλέων επικρατεί σιωπή, ώσπου ξαφνικά και ενώ συναντάται με το Βασιλιά των Σοδόμων, εμφανίζεται ο Μελχισεδέκ, συνομιλεί μαζί του και έπειτα η διήγηση συνεχίζεται ξανά με το Βασιλιά των Σοδόμων. Ο Μελχισεδέκ δεν παρουσιάζεται πουθενά να «ασχολείται» με το Βασιλιά των Σοδόμων αλλά ούτε και ο τελευταίος φαίνεται να αντιδρά κάπως στην παρουσία του. Δεν ξεκαθαρίζεται καν αν ο Βασιλιάς αντιλήφθηκε την παρουσία του Μελχισεδέκ. Αυτό είναι πιθανό να οφείλεται στο ότι το απόσπασμα προστέθηκε αργότερα στη Γένεση, όπως αναφέραμε και παραπάνω, ίσως όμως να οφείλεται και κάπου αλλού.
Διάφοροι θεολόγοι – ερευνητές και πατέρες της Εκκλησίας θεωρούν πως η εμφάνισή του στο συγκεκριμένο σημείο είναι κρίσιμη. Παρεμβαίνει την ώρα που ο Βασιλιάς των Σοδόμων προσπαθεί να «δελεάσει» τον ‘Αβραμ με τα λάφυρα του πολέμου, εκείνος όμως επιλέγει την ευλογία και όχι τα λάφυρα. Θεωρώ αυτή την ερμηνεία αρκετά «τραβηγμένη». Ο Βασιλιάς των Σοδόμων από ευγνωμοσύνη προσφέρει τα λάφυρα, ακολουθώντας το πολεμικό έθιμο και είναι ακραία σκέψη να υποθέσουμε πως ο σκοπός του ήταν δόλιος.
Ο Μελχισεδέκ, λοιπόν, ο Βασιλιάς της Ειρήνης και της Δικαιοσύνης, μοιράζει ψωμί και κρασί.
Πολλοί συγγραφείς παρατήρησαν την ομοιότητα μεταξύ της πράξης του αυτής και του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας, το οποίο θα καθιερωνόταν πολλούς αιώνες αργότερα από τον ίδιο το Χριστό, κατά το Μυστικό Δείπνο.
Το ζήτημα της αποσιώπησης της καταγωγής του Βασιλιά – Ιερέα είναι ένα σημείο που απαιτεί έρευνα. Δεν έχω υπόψη καμία πηγή που να αποδεικνύει την ιστορικότητα του προσώπου του ως Βασιλιά της Ιερουσαλήμ, αλλά αυτό δεν αποτελεί πρόβλημα για μένα, γιατί δεν θεωρώ πως ήταν ιστορικό πρόσωπο. Οι ραββίνοι δέχονται πως όπου επικρατεί η σιωπή της Βίβλου, ο καθένας μπορεί να προβάλει όποια ερμηνεία θέλει και αυτή να είναι σωστή, άποψη που κατά τη γνώμη μου είναι απαράδεκτη. Με αυτό το σκεπτικό, πάντως, πολλοί θεωρούν πως η φράση του Παύλου «απάτωρ, αμήτωρ, αγενεαλόγητος, μήτε αρχή ημερών μήτε ζωής τέλος έχων» δεν ερμηνεύεται πως ο Μελχισεδέκ ήταν ένα αθάνατο ον, αλλά πως δεν αντλεί την ιεροσύνη του από την καταγωγή του, όπως όριζε ο Μωσαϊκός νόμος για τους ιερείς, που έπρεπε όλοι τους να κατάγονται από τη φυλή του Λευι.
Αυτή η προσέγγιση, όμως, οδηγεί σε ένα παράδοξο, αν συνδυαστεί με την άποψη ότι ο ψαλμός ρθ’ ήταν ψαλμός ενθρόνισης. Ο Βασιλιάς έπρεπε να κατάγεται από τη φυλή του Ιούδα και ο ιερέας από τη φυλή του Λευϊ. Ποτέ δεν θα μπορούσε ένας βασιλιάς να είναι και ιερέας, γιατί απαγορευόταν από το Νόμο. Έτσι, ο Δαβίδ με τον ψαλμό του αναφέρεται στο Μεσσία, ο οποίος θα ήταν βασιλιάς λόγω καταγωγής και ιερέας του Θεού λόγω της δικής του θεϊκότητας.
Ο Παύλος λέει ακριβώς το ίδιο πράγμα στην επιστολή του. Ο Μεσσίας – Χριστός είναι από τη γενιά του Ιούδα (άρα βασιλιάς) είναι όμως και αρχιερέας διορισμένος από εκείνον που τον έστειλε και όχι εξαιτίας του Μωσαϊκού Νόμου. Και επειδή η αρχιεροσύνη του προέρχεται από ψηλά, για αυτό και νομιμοποιείται να ευλογεί τον μέγα πατριάρχη ‘Αβραμ. Επίσης, ως Θεός ο ίδιος, είναι «απάτωρ, αμήτωρ και αγενεαλόγητος» με την έννοια πως πατέρα έχει το θεό και όχι ένα θνητό ζεύγος ανδρός και γυναικός, αγενεαλόγητος επειδή είναι αυθύπαρκτος, είναι ο Βασιλιάς της Δικαιοσύνης και της Ειρήνης και μένει αρχιερέας για πάντα, ως αθάνατος που είναι.
Όσοι έχουν οριστεί ιερείς από τον ίδιο το Θεό είναι ιερείς «κατά την τάξιν Μελχισεδέκ», όπου Μελχισεδέκ είναι η τέλεια ανθρώπινη φύση, που έχει τελειωθεί λόγω της αφομοίωσής της προς τον υιό του Θεού.
Έτσι λοιπόν, ο Μελχισεδέκ ήταν μια Θεοφάνεια, η εμφάνιση του υιού του Θεού με τις ιδιότητές του ως Βασιλιά και ως Αρχιερέα, ένα ζωντανό παράδειγμα της τελειότητας που αποκτά η ανθρώπινη φύση όταν ενωθεί με το θείο. Ο Μελχισεδέκ παρουσιάστηκε μόνο στον ‘Αβραμ και όχι στο Βασιλιά των Σοδόμων, ως όραμα, για αυτό και ο βασιλιάς δεν αναφέρεται να αντέδρασε καθόλου στην εμφάνισή του. Τόσο ο Δαβίδ όσο και ο Παύλος το είχαν κατανοήσει αυτό και το υπονοούν στα γραπτά τους, παίζοντας με τις λέξεις και τα νοήματα. «Σαλήμ» ίσως όντως να είναι ο αρχαίος τύπος της Ιερουσαλήμ, όμως ο Παύλος το λέει ξεκάθαρα, πως Σαλήμ είναι η Ειρήνη και ο Μελχισεδέκ ο βασιλιάς της ειρήνης. Σε ποιόν θνητό θα μπορούσε να αποδοθεί ένας τέτοιος τίτλος;
Άλλες απόψεις για τον Μελχισεδέκ.
Η αινιγματική προσωπικότητα του Μελχισεδέκ έχει απασχολήσει πολλούς κύκλους από την αρχαιότητα ως σήμερα.
Ο Ιώσηπος (Ανθ. 1.10.2) ταυτίζει τη Σαλήμ με την Ιερουσαλήμ και ο Ψευδο – Ευπόλεμος αναφέρεται σε αυτόν ως βασιλιά μιας απροσδιόριστης πόλης. Ο Φίλων ο Αλεξανδρείας θεωρεί τη διήγηση για το Μελχισεδέκ ως αλληγορική, στην οποία τον ταυτίζει με το Λόγο, ο οποίος αντιστέκεται στο Νου, τον άρχοντα του πολέμου.
Στα Γνωστικά κείμενα, φαίνεται πως μια τουλάχιστον σέκτα Γνωστικών θεωρούσε το Μελχισεδέκ ως τον Ιησού Χριστό. Στο «Πίστις Σοφία» ο Ζωροκοθόρα Μελχισεδέκ είναι ένα αθάνατο ον, πιθανώς αγγελικής προέλευσης, ο οποίος άλλες φορές είναι ο ρυθμιστής του Θείου Φωτός και άλλες είναι ανώτατος ‘Αγγελος που μάχεται με τις δυνάμεις του Σκότους.
Η πίστη στη θεϊκότητα του Μελχισεδέκ απαντάται και στον κύκλο των γνωστικών κειμένων του Ναγκ Χαμαντί.
Σε ένα από αυτά διαβάζουμε: « Όλες οι φυλές και όλα τα έθνη θα μιλήσουν τη γλώσσα της αλήθειας που από σένα λαμβάνουν, ω Μελχισεδέκ, αγνέ αρχιερέα, τέλεια ελπίδα και δώρο της ζωής».
Και παρακάτω συνεχίζει: «Τότε ανεγέρθην εγώ, ο Μελχισεδέκ, και άρχισα να (…) το Θεό (…) που θα αγαλλιάσω (…)και δεν θα πάψω από τώρα και στον αιώνα, ω πατέρα των πάντων, ότι έδειξες έλεος στους ανθρώπους και έστειλες τον άγγελο του Φωτός(…) από τους αιώνες(…) για να αποκαλύψει (…) Όταν ήρθε με ανύψωσε από την άγνοια και από το θάνατο στη ζωή. Ότι έχω όνομα, είμαι ο Μελχισεδέκ, ο ιερέας του Θεού του Υψίστου.»
Το παραπάνω απόσπασμα στέκει ανάμεσα σε εκείνα που μιλούν για το Μεσσία και τους φωτισμένους στη γενιάς του Σηθ που λάτρευαν οι Γνωστικοί.
Παρόμοια άποψη με τους Γνωστικούς μοιράζονταν και οι ερημίτες του Κουμράν, ενώ στο δεύτερο απόκρυφο του Ενώχ παρουσιάζεται αυτό που δεν αναφέρει η Γένεση και ο Παύλος: μια γενεολογία του Μελχισεδέκ. Μητέρα του ήταν η Σοπανείμ και πατέρας του ο ιερέας Νηρ, με τη διαφορά πως η σύλληψή του ήταν άμωμος.
Το περίεργο όμως δεν σταματά εδώ. Το μωρό γεννιέται πρόωρο αλλά μοιάζει με παιδί τριών χρονών και αρχίζει αμέσως μετά τη γέννησή του να μιλάει. Χειροτονείται ιερέας και αργότερα ο Αρχάγγελος Μιχαήλ τον μεταφέρει στον Παράδεισο, χωρίς να έχει πεθάνει, ακριβώς όπως συνέβη με τον Ενώχ και τον προφήτη Ηλία. Είναι το δεύτερο υπερφυσικό μωρό που συναντάμε στον Ενώχ μετά το Νώε…
Edgar Cayce: “o περίφημος κοιμώμενος προφήτης”. |
Σε μια από τις πολλές σημειώσεις του διαβάζουμε: «Το πνεύμα του Χριστού ενσαρκώθηκε ως Αδάμ, Ενώχ, Μελχισεδέκ και μετά πήρε σάρκα και οστά για να διδάξει και να ηγηθεί. Μετά από αρκετές ενσαρκώσεις ακόμα, όπως σε Ιωσήφ – αντιβασιλέα της Αιγύπτου, το πνεύμα του Χριστού συνειδητοποίησε πως έπρεπε να δείξει στην ανθρωπότητα το δρόμο για το Θεό.
Έτσι, το Κυρίαρχο Πνεύμα πήρε το δρόμο της τελικής του ενσάρκωσης σε Χριστό. Με την ανάστασή του, η Ιεροσύνη του Μελχισεδέκ – Χριστού έγινε αιώνια».
Ο Μελχισεδέκ στο Βιβλίο της Urantia.
Στην ευρεία αναζήτηση στοιχείων για το Μελχισεδέκ, τυχαία ανακάλυψα μια ευρύτατη αναφορά σε αυτόν στο περίφημο βιβλίο της Urantia. Θα την παραθέσω σχεδόν ολόκληρη, επειδή τη θεωρώ εξαιρετικά ενδιαφέρουσα σε πληροφορίες.
Σύμφωνα με αυτό το βιβλίο, το τάγμα των Μελχισεδέκ ή υιών της ανάγκης, αποτελείται από Δώδεκα όντα με υπερφυσικές ικανότητες, που συγκρίνονται μόνο με εκείνες των Φορέων της Ζωής.
Οι δώδεκα Μελχισεδέκ παρατήρησαν πως η ανθρωπότητα, ενώ εξελισσόταν διανοητικά, έχανε έδαφος πνευματικά. Ο δρόμος για την κάθοδο του Μιχαήλ (Χριστός), έπρεπε να προετοιμαστεί. Έτσι, ο Machiventa Μελχισεδέκ προσφέρθηκε να ενσαρκωθεί για να προετοιμάσει το δρόμο για τον Μιχαήλ, όπως και τελικά έγινε, 1973 χρόνια πριν τη γέννηση του Χριστού.
Ο Μελχισεδέκ επέλεξε την Παλαιστίνη λόγω της σπουδαίας γεωγραφικής της θέσης, ως σταυροδρόμι τριών ηπείρων και όχι εξαιτίας της ιδιαίτερης πνευματικότητας των κατοίκων της, αφού το βιβλίο ξεκαθαρίζει πως παντού στον κόσμο υπήρχαν άνθρωποι έτοιμοι να δεχτούν τις σπουδαίες αυτές διδασκαλίες.
Από την περιοχή της Σαλήμ ξεκίνησε αργά – αργά το έργο του και οι μαθητές του σταδιακά εξαπλώθηκαν σε ολόκληρο τον κόσμο.
Το βιβλίο της Urantia δίνει λεπτομέρειες ακόμα και για την εξωτερική του εμφάνιση. Ήταν περίπου δύο μέτρα ψηλός, έμοιαζε και ντυνόταν σαν κάτοικος της Μεσοποταμίας, στο στήθος του φορούσε το ιερό έμβλημα με τους τρεις ομόκεντρους κύκλους, ενώ συστηνόταν ως ιερέας του «Ελ Ελιόν», δηλαδή του Θεού του Υψίστου.
Έπειτα από αρκετές σελίδες με λεπτομέρειες για το έργο και τη διδασκαλία του, ο Μελχισεδέκ παρουσιάζεται ως ένας πραγματικός κύριος της Ειρήνης και της Δικαιοσύνης, που προσπάθησε – με όχι απόλυτη επιτυχία – να συγκρατήσει την ιμπεριαλιστική φύση του χαρακτήρα του ‘Αβραμ και επέστρεψε στον τόπο του μετά από 94 χρόνια, όταν διαπίστωσε πως οι άνθρωποι είχαν αρχίσει να τον λατρεύουν ως ημίθεο.
Ο ρόλος του όμως δεν τελείωσε εκεί. Με την επιστροφή του το έργο του είχε στεφθεί με επιτυχία. Ο δρόμος για την κάθοδο του Μιχαήλ στη γη είχε προετοιμαστεί, όμως ο Μελχισεδέκ συνέχισε να βρίσκεται σε επαφή με τους Προφήτες (οι οποίοι είχαν αναλάβει τον ίδιο ρόλο). Χάρη στην αφοσίωσή του στο έργο του, του απονεμήθηκε ο τίτλος του ουράνιου αντιβασιλέα υπό τον Μιχαήλ και το βιβλίο υπονοεί πως δεν έχει ακόμα και τώρα σταματήσει να ενδιαφέρεται για τα ζητήματα που αφορούν τους γήινους…
Λίγη αριθμολογία.Στην ευρεία αναζήτηση στοιχείων για το Μελχισεδέκ, τυχαία ανακάλυψα μια ευρύτατη αναφορά σε αυτόν στο περίφημο βιβλίο της Urantia. Θα την παραθέσω σχεδόν ολόκληρη, επειδή τη θεωρώ εξαιρετικά ενδιαφέρουσα σε πληροφορίες.
Σύμφωνα με αυτό το βιβλίο, το τάγμα των Μελχισεδέκ ή υιών της ανάγκης, αποτελείται από Δώδεκα όντα με υπερφυσικές ικανότητες, που συγκρίνονται μόνο με εκείνες των Φορέων της Ζωής.
Οι δώδεκα Μελχισεδέκ παρατήρησαν πως η ανθρωπότητα, ενώ εξελισσόταν διανοητικά, έχανε έδαφος πνευματικά. Ο δρόμος για την κάθοδο του Μιχαήλ (Χριστός), έπρεπε να προετοιμαστεί. Έτσι, ο Machiventa Μελχισεδέκ προσφέρθηκε να ενσαρκωθεί για να προετοιμάσει το δρόμο για τον Μιχαήλ, όπως και τελικά έγινε, 1973 χρόνια πριν τη γέννηση του Χριστού.
Ο Μελχισεδέκ επέλεξε την Παλαιστίνη λόγω της σπουδαίας γεωγραφικής της θέσης, ως σταυροδρόμι τριών ηπείρων και όχι εξαιτίας της ιδιαίτερης πνευματικότητας των κατοίκων της, αφού το βιβλίο ξεκαθαρίζει πως παντού στον κόσμο υπήρχαν άνθρωποι έτοιμοι να δεχτούν τις σπουδαίες αυτές διδασκαλίες.
Από την περιοχή της Σαλήμ ξεκίνησε αργά – αργά το έργο του και οι μαθητές του σταδιακά εξαπλώθηκαν σε ολόκληρο τον κόσμο.
Το βιβλίο της Urantia δίνει λεπτομέρειες ακόμα και για την εξωτερική του εμφάνιση. Ήταν περίπου δύο μέτρα ψηλός, έμοιαζε και ντυνόταν σαν κάτοικος της Μεσοποταμίας, στο στήθος του φορούσε το ιερό έμβλημα με τους τρεις ομόκεντρους κύκλους, ενώ συστηνόταν ως ιερέας του «Ελ Ελιόν», δηλαδή του Θεού του Υψίστου.
Έπειτα από αρκετές σελίδες με λεπτομέρειες για το έργο και τη διδασκαλία του, ο Μελχισεδέκ παρουσιάζεται ως ένας πραγματικός κύριος της Ειρήνης και της Δικαιοσύνης, που προσπάθησε – με όχι απόλυτη επιτυχία – να συγκρατήσει την ιμπεριαλιστική φύση του χαρακτήρα του ‘Αβραμ και επέστρεψε στον τόπο του μετά από 94 χρόνια, όταν διαπίστωσε πως οι άνθρωποι είχαν αρχίσει να τον λατρεύουν ως ημίθεο.
Ο ρόλος του όμως δεν τελείωσε εκεί. Με την επιστροφή του το έργο του είχε στεφθεί με επιτυχία. Ο δρόμος για την κάθοδο του Μιχαήλ στη γη είχε προετοιμαστεί, όμως ο Μελχισεδέκ συνέχισε να βρίσκεται σε επαφή με τους Προφήτες (οι οποίοι είχαν αναλάβει τον ίδιο ρόλο). Χάρη στην αφοσίωσή του στο έργο του, του απονεμήθηκε ο τίτλος του ουράνιου αντιβασιλέα υπό τον Μιχαήλ και το βιβλίο υπονοεί πως δεν έχει ακόμα και τώρα σταματήσει να ενδιαφέρεται για τα ζητήματα που αφορούν τους γήινους…
Πολλοί ερευνητές προσπάθησαν να διακρίνουν τους συμβολισμούς που κρύβονται πίσω από την ιστορία, αφού θεωρούν τη διήγηση σαφώς αλληγορική και όχι πραγματική. Μια τέτοια πιθανότητα δεν μπορεί να αποκλειστεί, αλλά μπορεί να οδηγήσει τη σκέψη μας και σε πολλούς άλλους δρόμους.
Πειραματιζόμενος με την αριθμητική αξία των σημαντικότερων ονομάτων που αναφέρονται στο απόσπασμα, μπορεί κανείς να οδηγηθεί στο παρακάτω συμπέρασμα. Αν αθροίσουμε την αριθμητική αξία του ονόματος (ή τίτλου) «Μελχισεδέκ» θα πάρουμε το άθροισμα 919, το οποίο είναι ισοδύναμο με τις λέξεις «χάρις», «λέξη» και «γρήγορος».
Η «Σαλήμ» έχει άθροισμα 279 και ισοδυναμεί με τις λέξεις «ναός», «θεμέλιο» και «βωμός». Ο «’Αβραμ» δίνει άθροισμα 144 και ισοδυναμεί με τις λέξεις «επιλογή» και «καρδιά», ενώ ο «Χοδολλογομόρ» δίνει άθροισμα 1157, ισοδύναμο με τη λέξη «μαχητής» ή «πολεμιστής».
Ο ‘Αβραμ, κατά το κείμενο, στρατολόγησε 318 άντρες, αριθμός ισοδύναμος με τη λέξη «ήλιος».
Ας δοκιμάσουμε τώρα να κάνουμε μια ελεύθερη αντικατάσταση των ονομάτων με τις ισοδύναμες λέξεις τους και το αποτέλεσμα είναι το εξής (σε ελεύθερη απόδοση, επίσης):
«Η καρδιά στρατολόγησε τον ήλιο κατά του πολεμιστή, τον νίκησε και ευλογήθηκε από εκείνον που είναι η χάρη, ο βασιλιάς του ναού και το θεμέλιό του».
Η καρδιά θα μπορούσε να εννοεί το συναίσθημα, ο πολεμιστής την υλική, πολεμοχαρή φύση του ανθρώπου και ο ήλιος το φως της γνώσης, τη φώτιση από το Θεό, επομένως ολόκληρη η διήγηση μπορεί να ερμηνευθεί ως η προσπάθεια του ανθρώπου μέσω της φώτισης να αποβάλει τα υλικά του δεσμά, να εξυψωθεί σε ανώτερο πνευματικό επίπεδο, ώστε να ευλογηθεί από το βασιλιά του ναού, τον αρχιερέα και θεμέλιο της πίστης, δηλαδή τον ίδιο το Θεό.
Επίλογος.
Το παραπάνω συμπέρασμα δέχομαι ότι μπορεί να ακουστεί υπερβολικά «παρατραβηγμένο», μιας και πιστεύω πως η αριθμολογία προσφέρει πολλές και διαφορετικές ερμηνείες – παιχνίδια των αριθμών. Ωστόσο, σύμφωνα με τις ερμηνείες που έχουν δοθεί και από θεολόγους, η συνάντηση του Μελχισεδέκ με τον ‘Αβραμ είχε πνευματικό χαρακτήρα.
Συνοψίζοντας τους συλλογισμούς μου, θεωρώ πως ο ‘Αβραμ συνάντησε το Μελχισεδέκ, ο οποίος ήταν η εμφάνιση του υιού του Θεού (και με αυτή και μόνο την έννοια ο Μελχισεδέκ αποτελεί προτύπωση), αλλά τον συνάντησε σε ένα διαφορετικό, μη υλικό επίπεδο. Κανένας θνητός άνθρωπος, ούτε καν ένας ‘Αγγελος δεν θα μπορούσε να έχει τιμηθεί με τους τίτλους «βασιλιάς της ειρήνης και της δικαιοσύνης». Ο Δαβίδ και ο Απόστολος Παύλος το γνώριζαν καλά αυτό και μας το μετέφεραν τόσο απλά και τόσο ξεκάθαρα που δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για αμφιβολία.
Η ευλογία παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην Παλαιά Διαθήκη και δίνεται μόνο από κάποιον που είναι «ανώτερος» σε κάποιον που είναι «κατώτερος», ποτέ το αντίστροφο. Ο Μελχισεδέκ, αν ήταν ανώτερος του ‘Αβραμ, θα αναφερόταν στη Γένεση με μη «φευγαλέο» τρόπο, όπως ακριβώς συμβαίνει στο κείμενο, στο οποίο είπαμε ήδη παραπάνω πως αποτελεί προφανώς μεταγενέστερη προσθήκη. Πρόκειται για επίδραση των Γνωστικών, οι οποίοι ήδη είδαμε πόσο πολύ τιμούν το Μελχισεδέκ; Δεν είναι εύκολο να απαντηθεί μια τέτοια ερώτηση. Εξάλλου, αν η προσθήκη οφειλόταν στο Γνωστικισμό, θα είχε φροντίσει η Εκκλησία να την απαλείψει. Ίσως, όμως, απλά να τη διατήρησε αλλά επιστράτευσε τους θεωρητικούς της για να την ανασκευάσουν.
Η Εκκλησία δεν δέχεται και δεν πρόκειται να δεχτεί σε καμία περίπτωση την εμφάνιση του Χριστού σε εποχές πέραν από αυτές που περιγράφουν τα Ευαγγέλια. Δεν μπορώ όμως να δεχτώ πως ο υιός του Θεού, θεός ο ίδιος, αν αποφάσισε μία ή εκατό φορές να κατέλθει στη γη, θα περιοριζόταν από οτιδήποτε. Μπορεί και τώρα, αυτή τη στιγμή που γράφω το παρόν άρθρο, ο υιός του θεού να περπατάει στη γη με όποια μορφή εκείνος θέλει…
[Βιβλιογραφία:]
1. Η Παλαιά Διαθήκη μετά συντόμου ερμηνείας. Γένεση. Έκδοση Αδελφότητος Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα σελ. 112 – 121.
2. Η Καινή Διαθήκη μετά συντόμου ερμηνείας, υπό καθ. Παναγιώτη Τρεμπέλα. Η Προς Εβραίους Επιστολή, σελ. 875 – 883.
3. Ελληνική Καμπαλά, Kieren Barry, εκδόσεις Αρχέτυπο, Θεσσαλονίκη 2001.
4. Το βιβλίο της Urantia, εδάφιο 93 – Machiventa Melchizedek, σελ. 1014 – 1025.
http://www.metafysiko.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου