Σαμοθράκη: (ή Σαμοθρηικίη) αναφέρεται και ως Αιθιονία, Αιθιοπία, Ηλεκτρίς ή Ηλεκτρία, Θρακία, Θρηικίη Σάμος, Κυρβάντιον. Λαμπρή, Λευκανία (ή Λευκασία), Λευκωνία, Λευκωσία (ή Λευκοσία), Μελίτη, Σάλαμος, Σάμος, Σαμος Θρακία, Σαόνησος (ή Σαόννησος ή Σαόνηση), Σαωκίς, Στρατηγίς, Τρωική Νήσος κ.ά. (βλ. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ - ΙΕΡΑ ΝΗΣΟΣ - Γ. Λεκάκη, εκδ. Ερωδιός). Πριν εγκατασταθούν εδώ οι Σάμιοι ονομαζόταν και Δαρδανία - ποιητικό όνομα εκ του βασιλιά της Δαρδάνου. Το όνομα του νησιού προκύπτει από τη μυκηναϊκή λέξη σάμος (= ύψος) και άρα Σαμοθράκη σημαίνει Υψηλή Θράκη.
Παραδίδεται και επώνυμος ήρωας, ο Σαμόθραξ, υιός του Διός. Το δε όνομα Σαωκίς προκύπτει από το αρχαίο ελληνικό ρήμα σάω (=σώζω), γιατί πράγματι η νήσος διέσωσε το ανθρώπινο γένος της περιοχής, μετά την καταστροφή που έφερε ο κατακλυσμός του Δαρδάνου. Αλλοεθνείς συγγραφείς του 15ου αι. λόγω αδυναμίας της γλώσσας τους να προφέρουν σωστά το όνομά της, την αναφέρουν απλώς ως Ki ή Samandraki ή Samarek. Επί ηγεμονίας των Γατελούζι η νήσος λεγόταν και πάλι παραφθαρμένα Mandrachi ή Sanctus Mandrachi.
Σάμος: Το όνομα του νησιού προκύπτει από τη μυκηναϊκή λέξη σάμος (= ύψωμα παρά την ακτή). Άρα Σάμος = η χώρα με τις υψηλές ακτές. Ιστορικά ο Σάμος ήταν γιος του Αγκαίου και της Σαμίας και απ' αυτόν ονομάστηκε η νήσος έτσι.
Σέριφος: Η Σεριφιάς / Σέριφος ονομάστηκε από τη ρίζα σερ-> (το) σέριφον ή (την) σέριφον, ένα θαλάσσιο αψίνθιο, ή τη σέρι, την πικραλίδα. Και όχι από την ίδια ρίζα με εκείνη των λέξεων στέρφος και στείρος, δηλαδή άκαρπος και άγονος, αφού δεν της λείπουν ούτε το πράσινο ούτε τα νερά.
Τουναντίον, η γη της κάθε άλλο παρά στέρφα είναι, αφού έδωσε άφθονο χρυσάφι κατά την αρχαιότητα και δίνει ακόμη σίδερο έως την εποχή μας
Σίκινος: Η Σίκινος (εξαπλουστευμένα Σίκινος) οφείλει το όνομά της στον Σίκιννο, τον γιο του Θόαντος, μυθικού βασιλιά της Λήμνου. Προτερα την έλεγαν Οινόη, εξαιτίας του καλού οίνου της. Ίσως το όνομά της να δήλωνε τα προϊόντα της, δηλαδή τόπος όπου φύονται σίκυοι (= αγγούρια - σχετική η Σικυών κ.ά.) ή τόπος όπου βόσκουν σύες, σίκοι (χοίροι - σχετικά τα Σικανία, Σικελία, Σιθωνία κ.λπ.).
Γλωσσολογικά, η ρίζα του ονόματος της νήσου προέρχεται από το ρ. κηκίω (=πηδώ, στριφογυρίζω, αναβλύζω) > σηκ->σικ->σίκιννις και σίκινις, η όρχησις των Σατύρων στο σατυρικό δράμα. Σε κάποιους χάρτες αναφέρεται ως Zetin.
Σίφνος: Η Σίφνος ονομάστηκε έτσι από τον γιο του ήρωα Σουνίου, επώνυμο του Σουνίου της Αττικής, τον Σίφνο. Παλαιότερα η νήσος απαντά και ως Μερόπη ή και Άκις. Αργότερα, από παραφθορά, το νησί το συναντάμε και ως Σίφουνο.
Οι Φράγκοι το λέγανε Σιφάντο. Γλωσσολογικά η ρίζα του τοπωνυμίου είναι η σιφ- (>σιφνιάζω=σκιμβαλίζω, κάνω απρεπή χειρονομία > σίφλος = χλευασμός > συφλός = κενός)
Γιατί γενικώς οι Σιφνιοί ήταν γνωστοί ως πολύ σκανταλιάρηδες όταν ήταν παιδιά και τους λοιδωρούσαν γι' αυτό. Έτσι Σίφνος σημαίνει η χώρα του σκώμματος, του αστεϊσμού, των χαρούμενων ανθρώπων.
Σκόπελος: Προφανής η ετυμολογία της, από τη λέξη σκόπελος. Το νησί αναφέρεται Σκόπελος ήδη από τον Πτολεμαίο, επειδή το περιτριγυρίζει πλήθος σκοπέλων.
Στα αρχαιότερα χρόνια ονομαζόταν Πεπάρηθος.
Σύμη: Ιστορία έρωτος ομορφονιών κι εδώ: ο βασιλιάς της νήσου, Νηρεύς, "ο ομορφότερος των Δαναών μετά τον Αχιλλέα", νυμφεύθηκε τη θυγατέρα του βασιλιά της Ρόδου Ιάλυσου και της Δωτίδος, τη Σύμη, την απαχθείσα από τον Γλαύκο, και έδωσε το όνομα της συζύγου του στο νησί του!
Σχοινούσα: Η Σχοινούσσα ή Σχινούσα ή Σχοινούσα είναι ένα νησάκι των Μικρών Κυκλάδων. Εύλογα φαίνεται η ετυμολογία του από τον σχοίνο, δηλαδή το φυτό βούρλο, που εν αφθονία φύεται εκεί, το οποίο έπλεκαν κι έφτιαχναν σχοινιά.
Παλαιότερες ονομασίες του νησιού ήταν Εχινούσα (από το πλήθος των αχινών) Echinosa στον Μεσαίωνα, Πανιδιά και Παναγιά.
Συνεχίζεται...
Σάμος: Το όνομα του νησιού προκύπτει από τη μυκηναϊκή λέξη σάμος (= ύψωμα παρά την ακτή). Άρα Σάμος = η χώρα με τις υψηλές ακτές. Ιστορικά ο Σάμος ήταν γιος του Αγκαίου και της Σαμίας και απ' αυτόν ονομάστηκε η νήσος έτσι.
Σέριφος: Η Σεριφιάς / Σέριφος ονομάστηκε από τη ρίζα σερ-> (το) σέριφον ή (την) σέριφον, ένα θαλάσσιο αψίνθιο, ή τη σέρι, την πικραλίδα. Και όχι από την ίδια ρίζα με εκείνη των λέξεων στέρφος και στείρος, δηλαδή άκαρπος και άγονος, αφού δεν της λείπουν ούτε το πράσινο ούτε τα νερά.
Τουναντίον, η γη της κάθε άλλο παρά στέρφα είναι, αφού έδωσε άφθονο χρυσάφι κατά την αρχαιότητα και δίνει ακόμη σίδερο έως την εποχή μας
Σίκινος: Η Σίκινος (εξαπλουστευμένα Σίκινος) οφείλει το όνομά της στον Σίκιννο, τον γιο του Θόαντος, μυθικού βασιλιά της Λήμνου. Προτερα την έλεγαν Οινόη, εξαιτίας του καλού οίνου της. Ίσως το όνομά της να δήλωνε τα προϊόντα της, δηλαδή τόπος όπου φύονται σίκυοι (= αγγούρια - σχετική η Σικυών κ.ά.) ή τόπος όπου βόσκουν σύες, σίκοι (χοίροι - σχετικά τα Σικανία, Σικελία, Σιθωνία κ.λπ.).
Γλωσσολογικά, η ρίζα του ονόματος της νήσου προέρχεται από το ρ. κηκίω (=πηδώ, στριφογυρίζω, αναβλύζω) > σηκ->σικ->σίκιννις και σίκινις, η όρχησις των Σατύρων στο σατυρικό δράμα. Σε κάποιους χάρτες αναφέρεται ως Zetin.
Σίφνος: Η Σίφνος ονομάστηκε έτσι από τον γιο του ήρωα Σουνίου, επώνυμο του Σουνίου της Αττικής, τον Σίφνο. Παλαιότερα η νήσος απαντά και ως Μερόπη ή και Άκις. Αργότερα, από παραφθορά, το νησί το συναντάμε και ως Σίφουνο.
Οι Φράγκοι το λέγανε Σιφάντο. Γλωσσολογικά η ρίζα του τοπωνυμίου είναι η σιφ- (>σιφνιάζω=σκιμβαλίζω, κάνω απρεπή χειρονομία > σίφλος = χλευασμός > συφλός = κενός)
Γιατί γενικώς οι Σιφνιοί ήταν γνωστοί ως πολύ σκανταλιάρηδες όταν ήταν παιδιά και τους λοιδωρούσαν γι' αυτό. Έτσι Σίφνος σημαίνει η χώρα του σκώμματος, του αστεϊσμού, των χαρούμενων ανθρώπων.
Σκόπελος: Προφανής η ετυμολογία της, από τη λέξη σκόπελος. Το νησί αναφέρεται Σκόπελος ήδη από τον Πτολεμαίο, επειδή το περιτριγυρίζει πλήθος σκοπέλων.
Στα αρχαιότερα χρόνια ονομαζόταν Πεπάρηθος.
Σύμη: Ιστορία έρωτος ομορφονιών κι εδώ: ο βασιλιάς της νήσου, Νηρεύς, "ο ομορφότερος των Δαναών μετά τον Αχιλλέα", νυμφεύθηκε τη θυγατέρα του βασιλιά της Ρόδου Ιάλυσου και της Δωτίδος, τη Σύμη, την απαχθείσα από τον Γλαύκο, και έδωσε το όνομα της συζύγου του στο νησί του!
Σχοινούσα: Η Σχοινούσσα ή Σχινούσα ή Σχοινούσα είναι ένα νησάκι των Μικρών Κυκλάδων. Εύλογα φαίνεται η ετυμολογία του από τον σχοίνο, δηλαδή το φυτό βούρλο, που εν αφθονία φύεται εκεί, το οποίο έπλεκαν κι έφτιαχναν σχοινιά.
Παλαιότερες ονομασίες του νησιού ήταν Εχινούσα (από το πλήθος των αχινών) Echinosa στον Μεσαίωνα, Πανιδιά και Παναγιά.
Συνεχίζεται...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου