Επειδή
τα GMC
και τα τζιπ που μας εφοδίασαν όταν η
πρώτη αποστολή έφτασε στην Κορέα
(Νοέμβριος 1950) δεν επαρκούσαν και το
αίτημα συμπληρώσεως αυτών απερίπτετο
από τους αμερικανούς, οι αρμόδιοι επί
της κινήσεως αυτών, εν αγνοία βεβαίως
του εκάστοτε διοικητού, με τους οδηγούς
τους, σε κάθε παρουσιαζόμενη ευκαιρία
έφερναν στον όρμο αυτοκινήτων κανένα
GMC
και τζιπ κλεμένα από αμερικανική μονάδα
στα οποία έβαζαν τα διακριτικά του
τάγματος (αριθμό και την ελληνική σημαία)
κρατώντας ιδιαίτερο πίνακα γι’ αυτά.
Έτσι όσο τουλάχιστον έμεινα εγώ στην
Κορέα, τα GMC
έφθασαν τα ογδόντα και τα τζιπ τα εξήντα.
΄Οποιος αξιωματικός χρειαζόταν αυτοκίνητο
του διετίθετο και κανένα από αυτά δεν
παρέμενε ακίνητο χάρη στην αφθονία των
ανταλλακτικών που παίρναμε, με χρέωση
βέβαια του Ελληνικού Κράτους και τις
τεχνικές γνώσεις του Ανθυπασπιστού και
φίλου μου Ρ.
Ευ.
που στο άκουσμα της λειτουργούσης
μηχανής καταλάβαινε αν έχει βλάβη και
σε ποιο σημείο της.
Θυμάμαι πως δύο φορές ήρθαν αμερικανοί αξιωματικοί για έλεγχο οχημάτων και οπλισμού. Και τις δύο φορές που ήρθαν, ειδοποιημένοι οι οδηγοί, έπαιρναν τα συγκεκριμένα οχήματα και τα έκρυβαν στο δάσος και τα ρέματα. Ισχυρίζονταν οι επιθεωρητές αμερικανοί, ότι παίρνουμε πολλά ανταλλακτικά και οι υπεύθυνοι της ομάδος συντηρήσεως προέβαλαν τη δικαιολογία «αφού μας δώσατε τα πιο παλιά σας αυτοκίνητα πώς θα τα κρατούσαμε σε ετοιμότητα;» Ξέροντας τις μέχρι τότε πολεμικές επιτυχίες του τάγματός μας και τις επιδαυσιλεύσεις που τους προσεφέροντο με εγκαρδιότητα, έφευγαν παίρνοντας κι’ από ένα κονιάκ Μεταξά που πολλές φορές μας έβγαλε από δύσκολες στιγμές κι’ ασπροπρόσωπους.
Θυμάμαι πως δύο φορές ήρθαν αμερικανοί αξιωματικοί για έλεγχο οχημάτων και οπλισμού. Και τις δύο φορές που ήρθαν, ειδοποιημένοι οι οδηγοί, έπαιρναν τα συγκεκριμένα οχήματα και τα έκρυβαν στο δάσος και τα ρέματα. Ισχυρίζονταν οι επιθεωρητές αμερικανοί, ότι παίρνουμε πολλά ανταλλακτικά και οι υπεύθυνοι της ομάδος συντηρήσεως προέβαλαν τη δικαιολογία «αφού μας δώσατε τα πιο παλιά σας αυτοκίνητα πώς θα τα κρατούσαμε σε ετοιμότητα;» Ξέροντας τις μέχρι τότε πολεμικές επιτυχίες του τάγματός μας και τις επιδαυσιλεύσεις που τους προσεφέροντο με εγκαρδιότητα, έφευγαν παίρνοντας κι’ από ένα κονιάκ Μεταξά που πολλές φορές μας έβγαλε από δύσκολες στιγμές κι’ ασπροπρόσωπους.
Και ήρθε
η Μεγάλη Σαρακοστή κι’ ο πατριώτης μου
(ήταν κι’ αυτός από το νομό Κιλκίς)
παπα-Χαρίτων Συμεωνίδης, έφεδρος λοχαγός
που βρίσκονταν ήδη στην Κορέα από το
Μάρτιο του 1952 (8η
αποστολή αντικαταστάσεως) με παρεκάλεσε
να τον συνοδεύσω στους διασκορπισμένους
λόχους για να τον βοηθήσω ψέλνοντας
κανένα τροπάριο και απαγγέλοντας και
καμμιά ευχή, πιστεύοντας ότι κάτι θα
ξέρω απ’ αυτά σαν παπά-γιός που ήμουν.
Τον συμπαθούσα ιδιαίτερα για τη δράση
του στο Κιλκίς όπου κατά την κατοχή,
οργανώνοντας καθημερινά συσσίτια για
τα παιδιά, έσωσε πολλά από το θάνατο απο
πείνα. Του είχαν δώσει μια σκηνή κωνική
ενός ατόμου στην άκρη του στρατοπέδου
όπου πήγαινα κάπου-κάπου και τον έβλεπα.
Ήταν λιγόφαγος και ιδιαίτερη προτίμησή
του, ίσως από κάποια πάθησή του, ήταν οι
χυμοί φρούτων που η μερίδα τους ήταν
γι’ αυτόν ελάχιστη. Στον εφοδιασμό
υπηρετούσε ο μέχρι και τώρα φίλος μου
έφεδρος Ανθυπολοχαγός τότε και σήμερα
συνταξιούχος ιερέας Νικ. Κ.
τον οποίο ενημέρωσα για το πρόβλημα του
παπά-Χαρίτωνος και το ίδιο βράδυ φόρτωσα
ένα τζιπ από διάφορους χυμούς σε
συσκευασία μεγάλων μεταλλικών δοχείων
και του τα πήγα, βεβαιώνοντάς τον ότι
δεν είναι κλοπιμαία αλλά ότι προέρχονται
από περισσεύματα των κατά καιρούς
παραλαβών από το ΡΧ της Σεούλ, όπως και
πράγματι ήταν. Η χαρά του ήταν μεγάλη.
Ο στρατηγός Βαν Φλητ |
Έτσι κάθε Παρασκευή πηγαίναμε και σε ένα Λόχο κι’ αυτός έψελνε, εγώ δε έψελνα το «Άσπιλε, Αμόλυντε...» Δυστυχώς δεν προλάβαμε να πάμε στη Σεούλ για να ψάλλομε και στο 13ο Ελληνικό Σμήνος. Η Ανάσταση έγινε στην έδρα του τάγματος με κόκκινα αυγά, το πρωΐ δε στήθηκαν και στο πιο μικρό τμήμα του τάγματος οι παραδοσιακές σούβλες με τα αρνιά τα οποία με διαταγή του στρατηγού Βαν Φλήτ που ήξερε το έθιμο των Ελλήνων από την προϋπηρεσία του στην Ελλάδα. Σε δύο-τρία υψώματα μεγάφωνα μετέδιδαν δημοτικά και ελαφρά ελληνικά τραγούδια που αντιλαλούσαν στις ρεματιές και στα λαγκάδια, δημιουργώντας ερωτήματα στους κινουμένους στο οδικό δίκτυο αμερικανούς. Δεν περιμέναμε το ψήσιμο των αρνιών και φύγαμε με τζιπ για τη Σεούλ όπου και ψάλαμε το «Χριστός Ανέστη» στους αεροπόρους μας.
Το ίδιο βράδυ γυρίσαμε αργά στην έδρα του τάγματος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου