Ο Θωμάς
Λ. είχε τέσσερα παιδιά
(Κώστας-Πέτρος-Νίκος και Έλλη) και
διατηρούσε καφενείο και με μεγάλη
δυσκολία τα έφερνε βόλτα.
Ο Βασίλης Σπ. ήταν βυρσοδέψης κι’ εργαζόταν σε βυρσοδεψείο κάποιου συγγενούς του ονόματι Γκιαγκιά. Όταν μπήκαν οι Γερμανοί, ο συγγενής του έφυγε, εσπευσμένα από την Κοζάνη, αφήνοντας στο βυρσοδεψείο του μεγάλη ποσότητα κατεργασμένων δερμάτων και χρυσές λίρες. Αυτά όλα πρόλαβε ο Σπ. και τα έκρυψε σε ασφαλές μέρος κι’ όταν μπήκαν οι Γερμανοί στο βυρσοδεψείο βρήκαν μόνο λίγα ακατέργαστα δέρματα. Με την αποχώρηση των Γερμανών επέστρεψε στην Κοζάνη ο συγγενής του κι’ ο Σπ. του παρέδωσε τα δέρματα και τις λίρες που είχε κρύψει. Έτσι το βυρσοδεψείο άρχισε να λειτουργεί για κάποιο διάστημα ώσπου μια μέρα ο συγγενής του, αφού εκποίησε όλο το εμπόρευμα, έκλεισε την επιχείρησή του κι’ απέλυσε το προσωπικό και αυτόν ακόμη τον Σπ. χωρίς ούτε ένα ευχαριστώ, που έτσι έμεινε άνεργος μέχρις απελπισίας, περνώντας δεινές μέρες. Τότε ούτε ΙΚΑ ούτε ΤΕΒΕ υπήρχε στην Κοζάνη και για το επάγγελμα του βυρσοδέψη δεν υπήρχε προοπτική.
Ο Θανάσης Καλ. διατηρούσε με τους δύο αδελφούς του παντοπωλείο στην Κοζάνη και στην Αιανή, το μοναδικό στην περιοχή. Θυμάμαι ότι όταν καμιά φορά επισκεπτόμουν το παντοπωλείο στην Κοζάνη και δοκίμαζα κάποια ελιά ο πάντα αγέλαστος αδελφός του Κώτσος με κατακεραύνωνε με το βλέμμα του.
Ο Χλ. με τον Παναγιώτη είχαν ξυλεμπορικό και η οικονομική τους κατάσταση ήταν πολύ καλή.
Ο Βασίλης Σπ. ήταν βυρσοδέψης κι’ εργαζόταν σε βυρσοδεψείο κάποιου συγγενούς του ονόματι Γκιαγκιά. Όταν μπήκαν οι Γερμανοί, ο συγγενής του έφυγε, εσπευσμένα από την Κοζάνη, αφήνοντας στο βυρσοδεψείο του μεγάλη ποσότητα κατεργασμένων δερμάτων και χρυσές λίρες. Αυτά όλα πρόλαβε ο Σπ. και τα έκρυψε σε ασφαλές μέρος κι’ όταν μπήκαν οι Γερμανοί στο βυρσοδεψείο βρήκαν μόνο λίγα ακατέργαστα δέρματα. Με την αποχώρηση των Γερμανών επέστρεψε στην Κοζάνη ο συγγενής του κι’ ο Σπ. του παρέδωσε τα δέρματα και τις λίρες που είχε κρύψει. Έτσι το βυρσοδεψείο άρχισε να λειτουργεί για κάποιο διάστημα ώσπου μια μέρα ο συγγενής του, αφού εκποίησε όλο το εμπόρευμα, έκλεισε την επιχείρησή του κι’ απέλυσε το προσωπικό και αυτόν ακόμη τον Σπ. χωρίς ούτε ένα ευχαριστώ, που έτσι έμεινε άνεργος μέχρις απελπισίας, περνώντας δεινές μέρες. Τότε ούτε ΙΚΑ ούτε ΤΕΒΕ υπήρχε στην Κοζάνη και για το επάγγελμα του βυρσοδέψη δεν υπήρχε προοπτική.
Ο Θανάσης Καλ. διατηρούσε με τους δύο αδελφούς του παντοπωλείο στην Κοζάνη και στην Αιανή, το μοναδικό στην περιοχή. Θυμάμαι ότι όταν καμιά φορά επισκεπτόμουν το παντοπωλείο στην Κοζάνη και δοκίμαζα κάποια ελιά ο πάντα αγέλαστος αδελφός του Κώτσος με κατακεραύνωνε με το βλέμμα του.
Ο Χλ. με τον Παναγιώτη είχαν ξυλεμπορικό και η οικονομική τους κατάσταση ήταν πολύ καλή.
Όταν τέθηκε το θέμα της μεταθέσεώς μου στην Κοζάνη, όπου υπήρχε στενότητα στέγης (αρχές 1954), ο Χλ. μου προσέφερε δωρεάν το ισόγειο μιας δεύτερης οικίας που είχε στον προσφυγικό οικισμό για να μείνομε. Το ισόγειο αυτό ήταν χαμηλό, είχε δύο δωμάτια με παράθυρο το καθένα στην αυλή του και μια σκοτεινή κουζίνα με τσιμεντένιο δάπεδο και ένα WC χωρίς αερισμό και μπάνιο το οποίο κάναμε είτε στη σκάφη είτε εκεί ρίχνοντας το νερό στο σώμα μας με χάλκινο κύπελλο. Ο όροφος ήταν νοικιασμένος σε κάποιον Κοκολιό, νιόπαντρο ξυλέμπορο από το Βελβενδό. Στην αυλή του σπιτιού αυτού είναι βγαλμένες όλες οι φωτογραφίες της κόρης μας Σοφίας και όσες άλλες οικογενειακές υπάρχουν, τραβηγμένες δωρεάν από το γείτονά μας πρόσφυγα μπάρμπα-Κυριάκο, πατέρα του μέχρι σήμερα καλού μου φίλου Γιώργου Καπλ. Ο μπάρμπα-Κυριάκος είχε έναν ανεψιό (γιο της αδελφής του) Παύλο Σουλτ. στον οποίο είχα φανεί χρήσιμος όταν υπηρετούσε σαν ανθυπολοχαγός στην Κοζάνη κατά την πρώτη μου θητεία εκεί, και νοιώθοντας υποχρέωση γι’ αυτό, μας έβγαζε όπου μας έβρισκε φωτογραφίες, ακόμα κι’ αυτές που μου έστελνε η γυναίκα μου στην Κορέα. Σ’ αυτό το σπίτι γεννήθηκε η δεύτερη κόρη μας την 13ην Αυγούστου 1956.
Συνεχίζεται...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου