Με τη
μετάθεσή μου στη Θεσσαλονίκη άφησα την
οικογένειά μου προσωρινά στην Κοζάνη
μέχρι να βρω σπίτι για να ενοικιάσω.
Συνέπεσε να υπάρχει κενό διαμέρισμα
των Σ.Ο.Α. στο πεδίον Άρεως και με αίτησή
μου παραχωρήθηκε σε μένα για μια διετία.
Έτσι γρήγορα έφερα και την οικογένειά
μου με την ελπίδα ότι εδώ θα βρω κάποια
καλύτερη κατανόηση των Δικαστικών
Συμβούλων, τουλάχιστον σε νομικά θέματα.
Τα νέα όμως για τις νομικές διαφωνίες
μου στο Στρατοδικείο Κοζάνης είχαν
φτάσει νωρίτερα παραλλαγμένα από αυτούς
που τα μετέδωσαν. Άλλωστε ένα απλό
τηλεφώνημα «προσέξτε το Νικολαΐδη»
ήταν αρκετό να προϊδεάσει αυτούς δυσμενώς
για την προσωπικότητά μου, έστω κι’ αν
δεν θα συμμετείχα ενεργά ή δεν θα έπαιρνα
θέση στα κοτσομπολιά τους.
Το στρατοδικείο στεγάζονταν τότε σε ένα νεοκλασικό κτίριο στο Πεδίον του Άρεως, απέναντι από το Βασιλικό Θέατρο και ακριβώς πίσω απ’ αυτό λειτουργούσαν στρατιωτικά πρατήρια από τα οποία ψώνιζαν οι μονάδες, οι οικογένειες των αξιωματικών και το υπαλληλικό προσωπικό της Στρατ.Υπηρεσίας, κι’ όλοι αυτοί τα προτιμούσαν διότι οι τιμές των προϊόντων τους ήταν κατά πολύ χαμηλότερες απ’ αυτές του μπακάλη της γειτονιάς. Σούπερ μάρκετ όπως τα ξέρουμε σήμερα δεν υπήρχαν τότε.
Το στρατοδικείο στεγάζονταν τότε σε ένα νεοκλασικό κτίριο στο Πεδίον του Άρεως, απέναντι από το Βασιλικό Θέατρο και ακριβώς πίσω απ’ αυτό λειτουργούσαν στρατιωτικά πρατήρια από τα οποία ψώνιζαν οι μονάδες, οι οικογένειες των αξιωματικών και το υπαλληλικό προσωπικό της Στρατ.Υπηρεσίας, κι’ όλοι αυτοί τα προτιμούσαν διότι οι τιμές των προϊόντων τους ήταν κατά πολύ χαμηλότερες απ’ αυτές του μπακάλη της γειτονιάς. Σούπερ μάρκετ όπως τα ξέρουμε σήμερα δεν υπήρχαν τότε.
Πρόεδρος
του Στρατοδικείου ήταν ο συνταγματάρχης
Σπυρ. Δημήτριος που ήταν και
δεινός κυνηγός θηραμάτων κι’ όπως
λεγόταν, ηδονιζόταν με το σκότωμα και
το αίμα τους. Βασιλικός Επίτροπος ήταν
ο αντισυνταγματάρχης Γκ. Κωνσταντίνος
πιο συμπαθής από τον προηγούμενο και
μπορούσες να συζητήσεις μαζί του με
ηρεμία και κατανόηση. Το δίδυμο Σπυρ.
– Γκ. περισσότερο ασχολούνταν για
την καλοπέρασή τους και την εφευρετικότητά
τους για το πως θα καταφέρουν να
συνευρεθούν με τις συζύγους, μητέρες ή
αδελφές κατηγορουμένων που ήταν
προφυλακισμένοι κι έρχονταν σ’ αυτούς
ζητώντας επιείκεια ή την αποφυλάκισή
τους. Ο χώρος στρατονισμού της φρουράς
του Στρατοδικείου είχε μετατραπεί σε
άντρο ακολασίας των, ιδίως όταν αυτό
στεγαζόταν σε οίκημα που προσφέρονταν
για τέτοιες βρωμιές και σαν τέτοιο ήταν
το οίκημα αυτό που σήμερα είναι το
νεοανεγερθέν Τράπεζας Μακεδονίας –
Θράκης επί της οδού Εθνικής Αμύνης. Με
τέτοιες βρωμιές πώς να μη συμπεριφέρονται
στους Αναθεωρητές με δουλικότητα;
Θυμάμαι μια τέτοια συμπεριφορά τους όταν ήρθε από την Αθήνα για επιθεώρηση του Στρατοδικείου ο πρόεδρος του Αναθεωρητικού αντιστράτηγος Σ. Ιωάννης. Αφού τον τραπέζωσαν μεσημέρι βράδυ, του πήραν και δύο καφάσια φρούτα που μετέφεραν στο σιδηροδρομικό σταθμό και τα εναπόθεσαν στην προβλήτα για να τα πάρει μαζί του, είχαν δε διατάξει να παρευρίσκεται κατά την αναχώρησή του όλο το στρατιωτικό προσωπικό του Στρατοδικείου, κι εμού συμπεριλαμβανομένου. Σε λίγο κατέφθασε κι ο Σ. κι ανέβηκε στο συρμό αμέσως και το τραίνο ξεκίνησε χωρίς να προλάβουν να βάλουν σ’ αυτό τα καφάσια, μια και δεν ήξεραν εκ των προτέρων το βαγόνι στο οποίο θα επιβιβάζονταν. Ενώ ο Σ. από το παράθυρο αποχαιρετούσε με το χέρι του εμάς τους χαχόλους, ο Γκ. έτρεχε παράλληλα με το συρμό, κουνώντας σε αποχαιρετισμό τον δεξιό του βραχίονα και χωρίς να προσέξει τα καφάσια, σκόνταψε σ’ αυτά κι έπεσε φαρδύς – πλατύς στην προβλήτα. Το θέμα για μήνες ήταν αντικείμενο κρυφής χλεύης του προσωπικού του Στρατοδικείου.
Την ποινική δίωξη στα πολιτικά δικαστήρια ασκούσε και ασκεί ο κατά τόπον αρμόδιος εισαγγελέας, στα στρατοδικεία όμως, κατά το τότε ισχύοντα Σ.Π.Κ. η αρμοδιότητα αυτή ανήκε στο διοικητή μεγάλης μονάδος (Σώματος Στρατού ή Μεραρχίας), στο στρατηγείο του οποίου ήταν τοποθετημένος δικαστικός σύμβουλος, συνήθως βαθμού αντισυνταγματάρχη ο οποίος εισηγείτο σ’ αυτόν την άσκηση ή μη ποινικής δίωξης. Σαν ασκών την ποινική δίωξη εδώ ήταν ο αντιστράτηγος Τσ. Κων. Διοικητής του Γ΄Σ.Σ., δικαστικός δε σύμβουλός του ήταν ο αντισυνταγματάρχης Φωκίων Καρ., αγαπητός σε όλους τους δικαστικούς και λόγω προσωπικότητας γλεντζέ και λόγω του ότι εισηγείτο στο στρατηγείο τη χορήγηση σε δικαστικούς τριημέρου φύλλου πορείας δι’ εκτέλεσιν υπηρεσίας εκτός της έδρας τους, χωρίς να απομακρύνονται απ’ αυτήν, παίρνοντας σαν έξοδα ταξιδίου κάποιο ποσό, ενισχύοντας έτσι το μισθό τους ο οποίος έτσι και αλλιώς ήταν πενιχρός κι’ αυτό ήταν γνωστό στους πάντες.
Κατά τον Σ.Π.Κ. ο εισηγητής του Στρατοδικείου εκτελούσε τα καθήκοντα του ανακριτού των πολιτικών δικαστηρίων με την πρόσθετη υποχρέωση να συντάσσει έγγραφη εισήγηση για κάθε ποινική δικογραφία στην οποία και αναφέρονταν πολλές φορές ο βασιλικός Επίτροπος στην πρότασή του προς το Δικαστικό συμβούλιο, ενώ στα πολιτικά δικαστήρια ο ανακριτής δεν συντάσσει εισήγηση μετά το πέρας της ανάκρισης, αλλά μόνον ο Εισαγγελέας προς το Δικ.Συμβούλιο. Επίσης κατά τον τότε Σ.Π.Κ. ο Βασιλικός Επίτροπος εκτελούσε τα καθήκοντα του Εισαγγελέως των πολιτικών δικαστηρίων.
Το κτίριο του Στρατοδικείου ήταν διώροφο. Στον πρώτο όροφο (ισόγειο) ήταν τα δύο γραφεία των εισηγητών, του Α΄αριστερά των εισερχομένων με εισηγητή τον ταγματάρχη Δημ. Θεμιστοκλή και του Β΄δηλαδή το δικό μου, δεξιά. Και τα δύο γραφεία είχαν δύο παράθυρα στη λεωφόρο. Για γραμματέα μου έδωσαν τον υπολοχαγό Ρετζ. Γεώργιο για τον οποίο αναφέρθηκα στο κεφάλαιο της δεύτερης υπηρεσίας μου στην Κοζάνη, επειδή κανένας δεν τον ήθελε στο τμήμα του λόγω του περιστατικού εκείνου. Στον όροφο ήταν τα γραφεία του Προέδρου και του Βασιλικού Επιτρόπου με εξώστη και παράθυρο το καθένα στη λεωφόρο και οι Γραμματείες τους.
Αναφέρθηκα στις λεπτομέρειες αυτές για να γίνουν κατανοητά όσα θα αναφερθούν παρακάτω.
Συνεχίζεται...
Θυμάμαι μια τέτοια συμπεριφορά τους όταν ήρθε από την Αθήνα για επιθεώρηση του Στρατοδικείου ο πρόεδρος του Αναθεωρητικού αντιστράτηγος Σ. Ιωάννης. Αφού τον τραπέζωσαν μεσημέρι βράδυ, του πήραν και δύο καφάσια φρούτα που μετέφεραν στο σιδηροδρομικό σταθμό και τα εναπόθεσαν στην προβλήτα για να τα πάρει μαζί του, είχαν δε διατάξει να παρευρίσκεται κατά την αναχώρησή του όλο το στρατιωτικό προσωπικό του Στρατοδικείου, κι εμού συμπεριλαμβανομένου. Σε λίγο κατέφθασε κι ο Σ. κι ανέβηκε στο συρμό αμέσως και το τραίνο ξεκίνησε χωρίς να προλάβουν να βάλουν σ’ αυτό τα καφάσια, μια και δεν ήξεραν εκ των προτέρων το βαγόνι στο οποίο θα επιβιβάζονταν. Ενώ ο Σ. από το παράθυρο αποχαιρετούσε με το χέρι του εμάς τους χαχόλους, ο Γκ. έτρεχε παράλληλα με το συρμό, κουνώντας σε αποχαιρετισμό τον δεξιό του βραχίονα και χωρίς να προσέξει τα καφάσια, σκόνταψε σ’ αυτά κι έπεσε φαρδύς – πλατύς στην προβλήτα. Το θέμα για μήνες ήταν αντικείμενο κρυφής χλεύης του προσωπικού του Στρατοδικείου.
Την ποινική δίωξη στα πολιτικά δικαστήρια ασκούσε και ασκεί ο κατά τόπον αρμόδιος εισαγγελέας, στα στρατοδικεία όμως, κατά το τότε ισχύοντα Σ.Π.Κ. η αρμοδιότητα αυτή ανήκε στο διοικητή μεγάλης μονάδος (Σώματος Στρατού ή Μεραρχίας), στο στρατηγείο του οποίου ήταν τοποθετημένος δικαστικός σύμβουλος, συνήθως βαθμού αντισυνταγματάρχη ο οποίος εισηγείτο σ’ αυτόν την άσκηση ή μη ποινικής δίωξης. Σαν ασκών την ποινική δίωξη εδώ ήταν ο αντιστράτηγος Τσ. Κων. Διοικητής του Γ΄Σ.Σ., δικαστικός δε σύμβουλός του ήταν ο αντισυνταγματάρχης Φωκίων Καρ., αγαπητός σε όλους τους δικαστικούς και λόγω προσωπικότητας γλεντζέ και λόγω του ότι εισηγείτο στο στρατηγείο τη χορήγηση σε δικαστικούς τριημέρου φύλλου πορείας δι’ εκτέλεσιν υπηρεσίας εκτός της έδρας τους, χωρίς να απομακρύνονται απ’ αυτήν, παίρνοντας σαν έξοδα ταξιδίου κάποιο ποσό, ενισχύοντας έτσι το μισθό τους ο οποίος έτσι και αλλιώς ήταν πενιχρός κι’ αυτό ήταν γνωστό στους πάντες.
Κατά τον Σ.Π.Κ. ο εισηγητής του Στρατοδικείου εκτελούσε τα καθήκοντα του ανακριτού των πολιτικών δικαστηρίων με την πρόσθετη υποχρέωση να συντάσσει έγγραφη εισήγηση για κάθε ποινική δικογραφία στην οποία και αναφέρονταν πολλές φορές ο βασιλικός Επίτροπος στην πρότασή του προς το Δικαστικό συμβούλιο, ενώ στα πολιτικά δικαστήρια ο ανακριτής δεν συντάσσει εισήγηση μετά το πέρας της ανάκρισης, αλλά μόνον ο Εισαγγελέας προς το Δικ.Συμβούλιο. Επίσης κατά τον τότε Σ.Π.Κ. ο Βασιλικός Επίτροπος εκτελούσε τα καθήκοντα του Εισαγγελέως των πολιτικών δικαστηρίων.
Το κτίριο του Στρατοδικείου ήταν διώροφο. Στον πρώτο όροφο (ισόγειο) ήταν τα δύο γραφεία των εισηγητών, του Α΄αριστερά των εισερχομένων με εισηγητή τον ταγματάρχη Δημ. Θεμιστοκλή και του Β΄δηλαδή το δικό μου, δεξιά. Και τα δύο γραφεία είχαν δύο παράθυρα στη λεωφόρο. Για γραμματέα μου έδωσαν τον υπολοχαγό Ρετζ. Γεώργιο για τον οποίο αναφέρθηκα στο κεφάλαιο της δεύτερης υπηρεσίας μου στην Κοζάνη, επειδή κανένας δεν τον ήθελε στο τμήμα του λόγω του περιστατικού εκείνου. Στον όροφο ήταν τα γραφεία του Προέδρου και του Βασιλικού Επιτρόπου με εξώστη και παράθυρο το καθένα στη λεωφόρο και οι Γραμματείες τους.
Αναφέρθηκα στις λεπτομέρειες αυτές για να γίνουν κατανοητά όσα θα αναφερθούν παρακάτω.
Συνεχίζεται...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου