Υπόθεση τέταρτη: Τον Οκτώβριο του 1961 έγιναν οι εκλογές που αποκλήθηκαν «της βίας και της νοθείας» και πλειοψήφισε η ΕΡΕ. Με 13 και μόνο πλαστά εκλογικά βιβλιάρια αρχίζει ο «ανένδοτος» αγώνας του Γεωργ. Παπανδρέου, ο κόσμος βγαίνει στους δρόμους στην Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Το Μάϊο του 1963, κατά τη διάρκεια μιας ειρηνικής πορείας στο πλαίσιο του «ανένδοτου» αγώνα, δολοφονείται στη Θεσσαλονίκη ο αρχηγός της πορείας Λαμπράκης. Την ανάκριση για τη δολοφονία αυτή αναλαμβάνει κάποιος νέος πρωτοδίκης Σαρτζετάκης. Καίτοι η ανάκριση είναι μυστική, στοιχεία αυτής βλέπουν το φως της δημοσιότητας, μεγαλοποιούμενα από τον φιλικό της αντιπολίτευσης τύπο. Τόση είναι η ένταση του αγώνα ώστε αναγκάζεται ο αρχηγός της ΕΡΕ Κων. Καραμανλής να διερωτηθεί «μα ποιος κυβερνά τον τόπο;» και λίγες μέρες αργότερα να φύγει από την Ελλάδα και την πολιτική στις αρχές Δεκεμβρίου του 1963 με πλαστό διαβατήριο και όνομα Τριανταφυλίδης. Με την πολιτική αυτή αναταραχή, που οφείλεται και στην ανάμιξη του παλατιού και κυρίως στην επέμβαση της Φρειδερίκης που επηρέαζε τον άβουλο βασιλιά και γιο της Κωνσταντίνο, το Νοέμβριο του 1963 γίνονται νέες εκλογές, οι οποίες και επαναλαμβάνονται με μεγαλύτερη οξύτητα τον Φεβρουάριο του 1964, με αποτέλεσμα η Ένωση Κέντρου να καταλάβει 171 έδρες από το σύνολο των 300.
Στο μεταξύ των δύο αυτών εκλογών χρόνο, εγκαθίσταμαι σε διαμέρισμα των Ξενώνων των Αξιωματικών στο Πεδίον του Άρεως και αναλαμβάνω υπηρεσία στο Στρατοδικείο ως Β΄Εισηγητής. Εν τω μεταξύ έγινε η λεγόμενη «αποστασία» και η υπόθεση «Ασπίδα» για την οποία λεγόταν ότι ενέχετο σ’ αυτή και ο Ανδρέας Παπανδρέου, γιος του Πρωθυπουργού.
Μέσα στην πολιτική αυτή αθλιότητα, εφημερίδες καίονταν στο κέντρο της Αθήνας, συνθήματα, πανώ και πλακάτ εμφανίζονταν στις διαδηλώσεις κατά του Βασιλιά. Στις διαδηλώσεις αυτές ο Γ.Παπανδρέου έθετε το ερώτημα, αν ο βασιλιάς κυβερνά, δίνοντας ο ίδιος την απάντηση ότι ο βασιλιάς βασιλεύει και η κυβέρνηση κυβερνά και σαν δεινός ρήτορας που ήταν, απέδιδε την αποστασία στις ίντριγκες του παλατιού. Ξάφνου εμφανίζονται στον ημερήσιο τύπο πηχυαίοι πρωτοσέλιδοι τίτλοι «Σαμποτάζ εις νεοπαραληφθέντα αυτοκίνητα μονάδος πυροβολικού της Βορείου Ελλάδος», «οι συλληφθέντες ομολόγησαν και κατονόμασαν τους εκπαιδευτάς των», «σαμποτάζ έγινε εις Μοίρα Πυροβολικού παρά τον Έβρον» κ.λπ. και δημοσιογραφικώς διανθισμένες περιγραφές δημιουργούσαν αυξημένο αίσθημα ανασφάλειας και αναταραχής στους πολίτες. Το κατά τον τύπο «σαμποτάζ» αποδίδονταν στο Κ.Κ.Ε. και παράλληλα κυκλοφορούσαν φήμες ότι ο Γ. Παπανδρέου θα έρχονταν στη Θεσσαλονίκη που θα τον υποδέχονταν ο κόσμος με άσπρα άλογα να συνεχίσει απ’ εκεί τον «ανένδοτο» κατά το πρότυπο του Βενιζέλου το 1916 και άλλες ανόητες φήμες.
Στο γενικότερο αυτό κλίμα, μου διαβιβάστηκε η διενεργηθείσα από την 117 Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού, της οποίας διοικητής ήταν ο αντισυνταγματάρχης Παπαδόπουλος Γεώργιος, ο μετέπειτα δικτάτορας, προανάκριση με την εντολή να διενεργήσω τακτική ανάκριση επί παραβάσει του ΑΝ 509/47 περί μέτρων ασφαλείας του Κράτους, του κοινωνικού καθεστώτος κ.λπ. Λόγω της σοβαρότητας της υπόθεσης η ανάκριση με τα πολλά αγκάθια έπρεπε να ανατεθεί στον Α΄Εισηγητή ταγματάρχη Δημ. Θεμιστοκλή, ο οποίος ήταν εμπειρότερος από μένα, διότι είχε διατελέσει μέχρι τότε επτά χρόνια ανακριτής σε αντίθεση με μένα που μόλις είχα κλείσει ένα μόνο χρόνο ως λοχαγός στρατιωτικός δικαστικός σύμβουλος. Αργότερα φάνηκε το γιατί. Από τον προανακριτικό φάκελο που μου διαβιβάστηκε την 12/6/1965 προέκυπταν τα εξής:
Α. Οι κατηγορούμενοι ήσαν δέκα πέντε εκ των οποίων δύο στρατιώτες (Μπέκιος και Ματάτης) ήταν προφυλακισμένοι με προανακριτικό ένταλμα του διοικητή της 117 Μ.Π.Π. αντιστυνταγματάρχη Παπαδόπουλου Γεωργ.
Β. Οι υπόλοιποι είχαν συλληφθεί με προφορική διαταγή του Αρχηγού Γ.Ε.Σ. Γ., χωρίς να έχει προς τούτο δικαίωμα και αρμοδιότητα και εκρατούντο από δεκαπενθημέρου και πλέον στα κρατητήρια της Γεν. Ασφάλειας Αθηνών σε απόλυτη απομόνωση, οι τρεις εξ Ορεστιάδας στην Ορεστιάδα, υπό τις ίδιες συνθήκες και οι στρατιώτες στα πειθαρχεία των μονάδων τους, ένας δε από τους 15 δεν είχε συλληφθεί. Ενώ μελετούσα τη δικογραφία για να ενημερωθώ και να προγραμματίσω τις ενέργειές μου, εγκαταστάθηκε στο γραφείο μου μικρόφωνο για να καταγράφει σε διπλανό χώρο τις συζητήσεις στο γραφείο μου με τους κατηγορούμενους και το ίδιο απόγευμα ήρθε στο γραφείο του Επιτρόπου (Γκ.) ο στρατηγός διοικητής του Γ΄Σ.Σ. Τσ. Κων. που ήταν αυτός που άσκησε την ποινική δίωξη. Κλήθηκα και εγώ ως χειριστής της υπόθεσης και μας συνέστησε την ανάγκη να τελειώσει η ανάκριση το ταχύτερο δυνατό. Διέταξε και τοποθετήθηκε φρουρός έξω από το γραφείο μου κι’ ένας οπλίτης της ΕΣΑ να με συνοδεύει πρωΐ και βράδυ στο σπίτι. Έτσι εργαζόμενος ολημερίς στο γραφείο κάθε μέρα και παίρνοντας τη δικογραφία μαζί μου, συνοδευόμουν με τζιπ της ΕΣΑ στο σπίτι κάνοντάς την προσκέφαλο. Παράλληλα τοποθετήθηκε στο σπίτι χειροκίνητο τηλέφωνο για κάθε ενδεχόμενο. Με τηλεγράφημα μου ζήτησαν την μεταγωγή όλων των σε απομόνωση κατηγορουμένων, στο στρατόπεδο του Γ΄Σ.Σ. Μέχρι να συγκεντρωθούν αυτοί, πήρα τις απολογίες των ήδη προφυλακισμένων Μπέκιου Δημητρίου και Ματάτη Κωνσταντίνου, οι οποίοι ανεκάλεσαν τις προανακριτικές τους απολογίες και ισχυρίστηκαν ότι κακοποιήθηκαν, γεγονός που απεδείχθη αμέσως με εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης στρατιωτικών επιάτρων δηλαδή ταγματαρχών ιατρών. Στην εξιστόρηση των γεγονότων, ομολόγησαν και πράξεις τους που προβλέπονταν από τον Σ.Π.Κ. και Π.Κ. για τις οποίες δεν είχε ασκηθεί ποινική δίωξη και συνεπώς η απαγγελία γι’ αυτές κατηγορίας και απολογίας ήταν ανεπίτρεπτη από το νόμο. Με ομοφωνία Βασ.Επιτρόπου και εμού ως Εισηγητού, οι πιο πάνω απολογηθέντες, προφυλακίσθηκαν στις στρατιωτικές φυλακές. Από τώρα πρέπει να πω ότι κάθε απόγευμα έρχονταν στο Στρατοδικείο ο στρατηγός Τσ. και ενημερωνόταν για την πορεία των ανακρίσεων. Στην ενημέρωση αυτή παρίστατο δύο ή τρεις φορές και ο Πρόεδρος του Στρατοδικείου συνταγματάρχης Σπ. Δημήτριος. Με κατεπείγοντα έγγραφά μου προς διάφορες υπηρεσίες ζήτησα την επαλήθευση των εγγράφων ισχυρισμών του Παπαδόπουλου, που δεν άργησαν να έρθουν αρνητικές. Ειδικώτερα, απ΄όσα θυμάμαι, ισχυρίζονταν ο Παπαδόπουλος ότι α) οι εντολές του κομμουνιστή Ανδριδάκη από συγκεκριμένη διεύθυνσή του στην Αθήνα (οδός, αριθμός και περιοχή), προς τους κατηγορουμένους στρατιώτες της μοίρας και τους εξ Ορεστιάδος ιδιώτες έρχονταν με συστημένες επιστολές, β) συμπληρωματικές εντολές το ΚΚΕ για διενέργεια δολιοφθορών θα παραδίδονταν από τους ιδιώτες της Ορεστιάδος στους κατηγορουμένους στο νεκροταφείο σε συγκεκριμένο χρόνο, μεταγενέστερο του χρόνου της έγγραφης καταγγελίας της Μοίρας περί τούτου. Η έρευνά μου αποδείκνυε με έγγραφα ότι πρόσωπο με τα στοιχεία Ανδριδάκης κ,λπ. ήταν ανύπαρκτο, η δε διεύθυνση κατοικίας του απεδείχθη ότι ήταν ακάλυπτος χώρος και ότι ουδεμία συστημένη επιστολή εξ Αθηνών, ή εξ άλλου τόπου, στάλθηκε από οποιονδήποτε εις παραλαβήν κάποιου κατηγορουμένου κατά τον επίμαχο χρόνο. Γεννιώταν λοιπόν το ερώτημα, αφού η Μοίρα γνώριζε τρεις τουλάχιστον ημέρες ενωρίτερα την επικείμενη παράδοση από τους ιδιώτες της Ορεστιάδος στους κατηγορουμένους Ματάτη και Μπέκιο των έγγραφων εντολών του ΚΚΕ για διενέργεια δολιοφθορών στη Μοίρα και μάλιστα στο νεκροταφείο, γιατί παρέλειψε να συλλάβει επ’ αυτοφόρω τον παραδίδοντα και παραλαμβάνοντα τας εντολάς του ΚΚΕ οπότε και η πράξη των κατηγορουμένων δεν θα μπορούσε να αμφισβητηθεί από κανένα έστω και αν αυτός ο κανένας ήταν κακόπιστος. Φάνηκε πλέον καθαρά ότι ο Α.Ν.509/47 «περί μέτρων ασφαλείας του Κράτους, του κοινωνικού καθεστώτος κ.λπ.», για την παράβαση του οποίου είχε ασκηθεί η ποινική δίωξη, δεν μπορούσε να εφαρμοσθεί και με απασχολούσε η σκέψη να ζητήσω την άσκηση συμπληρωματικής ποινικής δίωξης για τα αρχικώς προκύπτοντα εγκλήματα τα οποία ήδη ομολόγησαν οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι, στις ενώπιόν μου απολογίες τους, για να βεβαιωθώ όμως ότι η σκέψη μου αυτή είναι και η σωστή έπρεπε να πάρω τις απολογίες των υπολοίπων κατηγορουμένων από τις οποίες και ίσως να προέκυπτε η δυνατότητα της εφαρμογής του Α.Ν.509/47.
Συνεχίζεται...
εφημερίδα “Ελευθερία” |
Α. Οι κατηγορούμενοι ήσαν δέκα πέντε εκ των οποίων δύο στρατιώτες (Μπέκιος και Ματάτης) ήταν προφυλακισμένοι με προανακριτικό ένταλμα του διοικητή της 117 Μ.Π.Π. αντιστυνταγματάρχη Παπαδόπουλου Γεωργ.
Β. Οι υπόλοιποι είχαν συλληφθεί με προφορική διαταγή του Αρχηγού Γ.Ε.Σ. Γ., χωρίς να έχει προς τούτο δικαίωμα και αρμοδιότητα και εκρατούντο από δεκαπενθημέρου και πλέον στα κρατητήρια της Γεν. Ασφάλειας Αθηνών σε απόλυτη απομόνωση, οι τρεις εξ Ορεστιάδας στην Ορεστιάδα, υπό τις ίδιες συνθήκες και οι στρατιώτες στα πειθαρχεία των μονάδων τους, ένας δε από τους 15 δεν είχε συλληφθεί. Ενώ μελετούσα τη δικογραφία για να ενημερωθώ και να προγραμματίσω τις ενέργειές μου, εγκαταστάθηκε στο γραφείο μου μικρόφωνο για να καταγράφει σε διπλανό χώρο τις συζητήσεις στο γραφείο μου με τους κατηγορούμενους και το ίδιο απόγευμα ήρθε στο γραφείο του Επιτρόπου (Γκ.) ο στρατηγός διοικητής του Γ΄Σ.Σ. Τσ. Κων. που ήταν αυτός που άσκησε την ποινική δίωξη. Κλήθηκα και εγώ ως χειριστής της υπόθεσης και μας συνέστησε την ανάγκη να τελειώσει η ανάκριση το ταχύτερο δυνατό. Διέταξε και τοποθετήθηκε φρουρός έξω από το γραφείο μου κι’ ένας οπλίτης της ΕΣΑ να με συνοδεύει πρωΐ και βράδυ στο σπίτι. Έτσι εργαζόμενος ολημερίς στο γραφείο κάθε μέρα και παίρνοντας τη δικογραφία μαζί μου, συνοδευόμουν με τζιπ της ΕΣΑ στο σπίτι κάνοντάς την προσκέφαλο. Παράλληλα τοποθετήθηκε στο σπίτι χειροκίνητο τηλέφωνο για κάθε ενδεχόμενο. Με τηλεγράφημα μου ζήτησαν την μεταγωγή όλων των σε απομόνωση κατηγορουμένων, στο στρατόπεδο του Γ΄Σ.Σ. Μέχρι να συγκεντρωθούν αυτοί, πήρα τις απολογίες των ήδη προφυλακισμένων Μπέκιου Δημητρίου και Ματάτη Κωνσταντίνου, οι οποίοι ανεκάλεσαν τις προανακριτικές τους απολογίες και ισχυρίστηκαν ότι κακοποιήθηκαν, γεγονός που απεδείχθη αμέσως με εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης στρατιωτικών επιάτρων δηλαδή ταγματαρχών ιατρών. Στην εξιστόρηση των γεγονότων, ομολόγησαν και πράξεις τους που προβλέπονταν από τον Σ.Π.Κ. και Π.Κ. για τις οποίες δεν είχε ασκηθεί ποινική δίωξη και συνεπώς η απαγγελία γι’ αυτές κατηγορίας και απολογίας ήταν ανεπίτρεπτη από το νόμο. Με ομοφωνία Βασ.Επιτρόπου και εμού ως Εισηγητού, οι πιο πάνω απολογηθέντες, προφυλακίσθηκαν στις στρατιωτικές φυλακές. Από τώρα πρέπει να πω ότι κάθε απόγευμα έρχονταν στο Στρατοδικείο ο στρατηγός Τσ. και ενημερωνόταν για την πορεία των ανακρίσεων. Στην ενημέρωση αυτή παρίστατο δύο ή τρεις φορές και ο Πρόεδρος του Στρατοδικείου συνταγματάρχης Σπ. Δημήτριος. Με κατεπείγοντα έγγραφά μου προς διάφορες υπηρεσίες ζήτησα την επαλήθευση των εγγράφων ισχυρισμών του Παπαδόπουλου, που δεν άργησαν να έρθουν αρνητικές. Ειδικώτερα, απ΄όσα θυμάμαι, ισχυρίζονταν ο Παπαδόπουλος ότι α) οι εντολές του κομμουνιστή Ανδριδάκη από συγκεκριμένη διεύθυνσή του στην Αθήνα (οδός, αριθμός και περιοχή), προς τους κατηγορουμένους στρατιώτες της μοίρας και τους εξ Ορεστιάδος ιδιώτες έρχονταν με συστημένες επιστολές, β) συμπληρωματικές εντολές το ΚΚΕ για διενέργεια δολιοφθορών θα παραδίδονταν από τους ιδιώτες της Ορεστιάδος στους κατηγορουμένους στο νεκροταφείο σε συγκεκριμένο χρόνο, μεταγενέστερο του χρόνου της έγγραφης καταγγελίας της Μοίρας περί τούτου. Η έρευνά μου αποδείκνυε με έγγραφα ότι πρόσωπο με τα στοιχεία Ανδριδάκης κ,λπ. ήταν ανύπαρκτο, η δε διεύθυνση κατοικίας του απεδείχθη ότι ήταν ακάλυπτος χώρος και ότι ουδεμία συστημένη επιστολή εξ Αθηνών, ή εξ άλλου τόπου, στάλθηκε από οποιονδήποτε εις παραλαβήν κάποιου κατηγορουμένου κατά τον επίμαχο χρόνο. Γεννιώταν λοιπόν το ερώτημα, αφού η Μοίρα γνώριζε τρεις τουλάχιστον ημέρες ενωρίτερα την επικείμενη παράδοση από τους ιδιώτες της Ορεστιάδος στους κατηγορουμένους Ματάτη και Μπέκιο των έγγραφων εντολών του ΚΚΕ για διενέργεια δολιοφθορών στη Μοίρα και μάλιστα στο νεκροταφείο, γιατί παρέλειψε να συλλάβει επ’ αυτοφόρω τον παραδίδοντα και παραλαμβάνοντα τας εντολάς του ΚΚΕ οπότε και η πράξη των κατηγορουμένων δεν θα μπορούσε να αμφισβητηθεί από κανένα έστω και αν αυτός ο κανένας ήταν κακόπιστος. Φάνηκε πλέον καθαρά ότι ο Α.Ν.509/47 «περί μέτρων ασφαλείας του Κράτους, του κοινωνικού καθεστώτος κ.λπ.», για την παράβαση του οποίου είχε ασκηθεί η ποινική δίωξη, δεν μπορούσε να εφαρμοσθεί και με απασχολούσε η σκέψη να ζητήσω την άσκηση συμπληρωματικής ποινικής δίωξης για τα αρχικώς προκύπτοντα εγκλήματα τα οποία ήδη ομολόγησαν οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι, στις ενώπιόν μου απολογίες τους, για να βεβαιωθώ όμως ότι η σκέψη μου αυτή είναι και η σωστή έπρεπε να πάρω τις απολογίες των υπολοίπων κατηγορουμένων από τις οποίες και ίσως να προέκυπτε η δυνατότητα της εφαρμογής του Α.Ν.509/47.
Συνεχίζεται...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου