Αυτούσια έγγραφα για τον χρόνο γεννήσεως του Φιλικού Ιωάννη Κακουλίδη δεν υπάρχουν. Συνδυάζοντας όμως τον χρόνο θανάτου του πρωτότοκου γιου του, Αριστοτέλη (1895), την κατά τον χρόνο θανάτου του δηλωθείσα ηλικία του (80 ετών) και την πολύ πιθανή κατά τη γέννησή του ηλικία του πατέρα του (30 ετών), εξάγεται το συμπέρασμα ότι ο Φιλικός γεννήθηκε γύρω στο 1785.
Το συμπέρασμα αυτό επιβεβαιώνεται και από το, με ημερομηνία 29 Ιουλίου 1820, αποκρυπτογραφημένο αφιερωτικό του, ως ιερέα Φιλικού, στο οποίο φέρεται ως ηλικία του "ετών τριάκοντα πέντε" (1820-35=1785).
Την εποχή που γεννήθηκε ο Ιωάννης Κακουλίδης, όπως μας πληροφορεί ο Μητροπολίτης Χρύσανθος στο μνημειώδες έργο του "Εκκλησία της Τραπεζούντος", η Κερασούντα ήταν κατεστραμμένη (από το έτος 1764), συνεπεία των μεταξύ των Ντερέ-μπέηδων αντιθέσεων και διεκδικήσεων και μέχρι της αποκαταστάσεως των νομίμων αρχών, το έτος 1811, η πόλις παρήκμασε.
Τα γεγονότα αυτά ήταν επόμενο να φέρουν σε παρακμή και τον ελληνισμό της Κερασούντας, χωρίς σχολεία και εκκλησίες και χωρίς επικοινωνία και με τους διπλανούς ακόμα οικισμούς.
Το πρώτο της σχολείο η Κερασούντα το απέκτησε στα τέλη του ΙΗ΄ αιώνα που φαίνεται ότι διαλύθηκε γρήγορα και ανασυστήθηκε γύρω στα 1827.
Δεν είναι γνωστό για πόσα χρόνια έζησε στην παρακμασμένη Κερασούντα. Πρέπει όμως, είτε ικανοποιώντας την έμφυτη στους ποντίους επιθυμία για μάθηση, είτε συνεπεία των παραπάνω γεγονότων να φυγαδεύτηκε από τους γονείς του στη Σμύρνη, όπου έγινε "πολύγλωσσος", όπως μαρτυρεί ο εγγονός του ναύαρχος και αποδεικνύει η μετέπειτα δραστηριότητά του.
Σε ηλικία 20 ετών βρίσκεται στο Ταγανρόγκ, εξαγωγικό λιμάνι της Αζοφικής, όπου κυριαρχούσε το ελληνικό στοιχείο στη διεξαγωγή του εμπορίου σιτηρών. Η παρουσία του εκεί ως εμπόρου προκύπτει από ένα γραμμάτιο που δεν εξοφλήθηκε, μαζί με το πρωτότυπο διαμαρτυρικό, στη ρωσική γλώσσα που διασώθηκε και φυλάσσεται από τον δισέγγονό του Αριστοτέλη Κακουλίδη του Αγαμέμνονα. Από αυτό φαίνεται ότι στις 4 Αυγούστου 1805, ο Ιωάννης Κακουλίδης δάνεισε στον Έλληνα Σταύρο Χριστοφόρου Λογοθέτη, κάτοικο Ταγανρόγκ, 150 ρούβλια, τα οποία δεν επεστράφηκαν με αποτέλεσμα να συνταχθεί από το δημόσιο συμβολαιογράφο Λεωνίδα Γιούριν, στις 14 Οκτωβρίου 1805, διαμαρτυρικό.
Δεν είναι γνωστό πότε πήγε εκεί και ποιό ήταν το είδος που εμπορευόταν, ό,τι όμως και να ήταν αυτό δεν πρέπει να τον ικανοποιούσε. Έτσι τον Σεπτέμβριο του 1811, βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη και ως "καταγωγής Ζακυνθινός υπό Βρεττανική προστασία" πετυχαίνει να του χορηγηθεί από το Προξενείο της Μεγ. Βρεττανίας στη Θεσσαλονίκη, διαβατήριο (ή συστατική επιστολή) για ένα μόνο ταξίδι του στη Σμύρνη, στις 23 Σεπτεμβρίου 1811.
Στη Σμύρνη μένει μέχρι τις 19 Οκτωβρίου 1811, οπότε και θεωρεί το διαβατήριό του για την επιστροφή του στη Θεσσαλονίκη "για λόγους περιηγητικούς" από το εκεί Βρεττανικό Προξενείο. Στη Θεσσαλονίκη έμεινε μέχρι τις 9 Ιουνίου 1812, οπότε παίρνει με το ίδιο δαβατήριο βίζα για τη Μάλτα, όπου υπήρχε τότε αξιόλογη ελληνική παροικία Θεσσαλονικέων εμπόρων, από τον Βρεττανό Πρόξενο. Δεν είναι γνωστό αν πήγε τελικά, πότε και για ποιό σκοπό και πόσο χρόνο έμεινε στη Μάλτα.
Από το 1812 και μέχρι το 1815 δεν είναι εξακριβωμένες οι κινήσεις του. Από το γεγονός όμως ότι το 1815, όπως αποκαλύπτει στα απομνημονεύματά του ο Γεώργιος Κακουλίδης, γιος του Αριστοτέλη, γεννιέται στην Κερασούντα ο πρώτος του γιος, Αριστοτέλης, συμπεραίνεται ότι στο μεσοδιάστημα αυτό και μάλλον το 1814 παντρεύτηκε στην Κερασούντα την Ελισάβετ, αγνώστου επωνύμου, που ήταν τότε μόλις 13 ετών και που με τον ερχομό της στη Σμύρνη το "Ελισάβετ" γίνεται "Ζαμπέτα".
Ας μη ξενίζει η ηλικία τους Ελισάβετ διότι, ειδικά στον Πόντο, οι γάμοι γίνονταν πάντα με συνοικέσια και σε πολύ μικρή ηλικία των κοριστιών, πολλές φορές δε πριν ακόμα γεννηθούν. Οι γονείς του γράφοντος είχαν λογοδοθεί από τους πατέρες των, των οποίων οι γυναίκες διάνυαν περίοδο εγκυμοσύνης, δηλαδή πριν καν γεννηθούν και προς επιβεβαίωση του αρραβώνος των αγέννητων ετερόφυλων παιδιών τους που θα γεννιόταν, οι γονείς "εκέρτεψαν τα κουνία" (χάραξαν τις κούνιες). [Αυτό ήταν ένα παλιό έθιμο, γνωστό στον Πόντο και, σαν "τη κουνί το χάραγμαν". Αποτελούσε ανδρικό λόγο τιμής μεταξύ δύο γονιών, που σκοπό είχαν να παντρέψουν τα μέλλοντα να γεννηθούν παιδιά τους και σαν επιβεβαίωση της προφορικής συμφωνίας των χάραζαν τις κούνιες τους με τα αρχικά των ονομάτων τους με την παρουσία μάλιστα και ιερέα, που ευλογούσε την περίεργη για τα σημερινά δεδομένα, συμφωνία αυτή, μετά την οποία επακολουθούσε γλέντι των συγγενών και φίλων.]
Συνεχίζεται...
* Από το αρχείο του δισέγγονού του Αριστοτέλη Κακουλίδη του Αγαμέμνονος
(Ποντιακό Βήμα, τ.65 Ιαν.-Φεβρ.-Μαρ.2001) - Ο ΑΠΟ ΚΕΡΑΣΟΥΝΤΟΣ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ ΦΙΛΙΚΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ)
Το συμπέρασμα αυτό επιβεβαιώνεται και από το, με ημερομηνία 29 Ιουλίου 1820, αποκρυπτογραφημένο αφιερωτικό του, ως ιερέα Φιλικού, στο οποίο φέρεται ως ηλικία του "ετών τριάκοντα πέντε" (1820-35=1785).
Την εποχή που γεννήθηκε ο Ιωάννης Κακουλίδης, όπως μας πληροφορεί ο Μητροπολίτης Χρύσανθος στο μνημειώδες έργο του "Εκκλησία της Τραπεζούντος", η Κερασούντα ήταν κατεστραμμένη (από το έτος 1764), συνεπεία των μεταξύ των Ντερέ-μπέηδων αντιθέσεων και διεκδικήσεων και μέχρι της αποκαταστάσεως των νομίμων αρχών, το έτος 1811, η πόλις παρήκμασε.
Τα γεγονότα αυτά ήταν επόμενο να φέρουν σε παρακμή και τον ελληνισμό της Κερασούντας, χωρίς σχολεία και εκκλησίες και χωρίς επικοινωνία και με τους διπλανούς ακόμα οικισμούς.
Το πρώτο της σχολείο η Κερασούντα το απέκτησε στα τέλη του ΙΗ΄ αιώνα που φαίνεται ότι διαλύθηκε γρήγορα και ανασυστήθηκε γύρω στα 1827.
Δεν είναι γνωστό για πόσα χρόνια έζησε στην παρακμασμένη Κερασούντα. Πρέπει όμως, είτε ικανοποιώντας την έμφυτη στους ποντίους επιθυμία για μάθηση, είτε συνεπεία των παραπάνω γεγονότων να φυγαδεύτηκε από τους γονείς του στη Σμύρνη, όπου έγινε "πολύγλωσσος", όπως μαρτυρεί ο εγγονός του ναύαρχος και αποδεικνύει η μετέπειτα δραστηριότητά του.
Ιωάννης Κακουλίδης του Παύλου* |
Δεν είναι γνωστό πότε πήγε εκεί και ποιό ήταν το είδος που εμπορευόταν, ό,τι όμως και να ήταν αυτό δεν πρέπει να τον ικανοποιούσε. Έτσι τον Σεπτέμβριο του 1811, βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη και ως "καταγωγής Ζακυνθινός υπό Βρεττανική προστασία" πετυχαίνει να του χορηγηθεί από το Προξενείο της Μεγ. Βρεττανίας στη Θεσσαλονίκη, διαβατήριο (ή συστατική επιστολή) για ένα μόνο ταξίδι του στη Σμύρνη, στις 23 Σεπτεμβρίου 1811.
Στη Σμύρνη μένει μέχρι τις 19 Οκτωβρίου 1811, οπότε και θεωρεί το διαβατήριό του για την επιστροφή του στη Θεσσαλονίκη "για λόγους περιηγητικούς" από το εκεί Βρεττανικό Προξενείο. Στη Θεσσαλονίκη έμεινε μέχρι τις 9 Ιουνίου 1812, οπότε παίρνει με το ίδιο δαβατήριο βίζα για τη Μάλτα, όπου υπήρχε τότε αξιόλογη ελληνική παροικία Θεσσαλονικέων εμπόρων, από τον Βρεττανό Πρόξενο. Δεν είναι γνωστό αν πήγε τελικά, πότε και για ποιό σκοπό και πόσο χρόνο έμεινε στη Μάλτα.
Από το 1812 και μέχρι το 1815 δεν είναι εξακριβωμένες οι κινήσεις του. Από το γεγονός όμως ότι το 1815, όπως αποκαλύπτει στα απομνημονεύματά του ο Γεώργιος Κακουλίδης, γιος του Αριστοτέλη, γεννιέται στην Κερασούντα ο πρώτος του γιος, Αριστοτέλης, συμπεραίνεται ότι στο μεσοδιάστημα αυτό και μάλλον το 1814 παντρεύτηκε στην Κερασούντα την Ελισάβετ, αγνώστου επωνύμου, που ήταν τότε μόλις 13 ετών και που με τον ερχομό της στη Σμύρνη το "Ελισάβετ" γίνεται "Ζαμπέτα".
Ας μη ξενίζει η ηλικία τους Ελισάβετ διότι, ειδικά στον Πόντο, οι γάμοι γίνονταν πάντα με συνοικέσια και σε πολύ μικρή ηλικία των κοριστιών, πολλές φορές δε πριν ακόμα γεννηθούν. Οι γονείς του γράφοντος είχαν λογοδοθεί από τους πατέρες των, των οποίων οι γυναίκες διάνυαν περίοδο εγκυμοσύνης, δηλαδή πριν καν γεννηθούν και προς επιβεβαίωση του αρραβώνος των αγέννητων ετερόφυλων παιδιών τους που θα γεννιόταν, οι γονείς "εκέρτεψαν τα κουνία" (χάραξαν τις κούνιες). [Αυτό ήταν ένα παλιό έθιμο, γνωστό στον Πόντο και, σαν "τη κουνί το χάραγμαν". Αποτελούσε ανδρικό λόγο τιμής μεταξύ δύο γονιών, που σκοπό είχαν να παντρέψουν τα μέλλοντα να γεννηθούν παιδιά τους και σαν επιβεβαίωση της προφορικής συμφωνίας των χάραζαν τις κούνιες τους με τα αρχικά των ονομάτων τους με την παρουσία μάλιστα και ιερέα, που ευλογούσε την περίεργη για τα σημερινά δεδομένα, συμφωνία αυτή, μετά την οποία επακολουθούσε γλέντι των συγγενών και φίλων.]
Συνεχίζεται...
* Από το αρχείο του δισέγγονού του Αριστοτέλη Κακουλίδη του Αγαμέμνονος
(Ποντιακό Βήμα, τ.65 Ιαν.-Φεβρ.-Μαρ.2001) - Ο ΑΠΟ ΚΕΡΑΣΟΥΝΤΟΣ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ ΦΙΛΙΚΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου